του Διονύση Χαριτόπουλου
Φαίνεται δίκαιο.
Το θηλυκό μετά το ζευγάρωμα κάνει μια τεράστια επένδυση χρόνου και εργασίας για την κύηση, τον γαλακτισμό και το μεγάλωμα του παιδιού, οπότε απαιτεί εξασφάλιση.
Το ζευγάρωμα είναι το μέλι.
Το ζόρι αρχίζει για τον άνδρα που θέλει να σταθεί αξιοπρεπώς στο ύψος του ρόλου του. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, δουλεύει αδιαμαρτύρητα όσες ώρες απαιτούνται. Αν χρειαστεί πιάνει και δεύτερη δουλειά κι αν η κατάσταση γίνει ζοφερή, δεν διστάζει να ξενιτευτεί ή και να παρανομήσει. Τις ληστείες τις κάνουν πάντα οι άντρες, αυτοί υποχρεούνται να φέρουν τα λεφτά στο σπίτι.
Ο άντρας ορίζεται από την δουλειά του.
Όμως στο ανταγωνιστικό πλέγμα παραγωγής, όπου επικρατεί το bellum omnium contra omnes (πόλεμος όλων εναντίον όλων), ουδείς σου εγγυάται ότι θα έχεις και αύριο δουλειά. Από άλλους εξαρτάται η επιβίωση η δική σου και των δικών σου. Αυτή η επιβίωση δια της εργασίας που επαγγέλθηκε ο Μαρξ και λατρεύτηκε από εκατομμύρια και εκατομμύρια θυσιάστηκαν με αυτή την ελπίδα. Κάτι συμβαίνει ξαφνικά και βρίσκεσαι στο δρόμο. Η εταιρεία φαλίρισε, η διεύθυνση περιστέλλει τα έξοδα, τα προϊόντα δεν πουλιούνται, η ίδια η δουλειά πάλιωσε, τα συστήματα αναπροσαρμόζονται και χίλιοι δυο άλλοι λόγοι που υπερβαίνουν τον εργαζόμενο.
Η ανεργία είναι κατάρα.
Όλο το πλαίσιο της οικογενειακής ζωής ανατρέπεται. Η συμφωνία αρσενικού- θηλυκού κλυδωνίζεται επικίνδυνα. Από όλα τα κουσούρια που μπορεί να σέρνει ένας άντρας τίποτε δεν είναι πιο αβάσταχτο από το να γυρνάει στο σπίτι του με άδεια χέρια. Πόσες γυναίκες δεν έχουν υποστεί δια βίου τιποτένιους συζύγους, βίαιους ή άπιστους, για μόνο τον λόγο πως συντηρούσαν την οικογένεια.
Η ήττα του άντρα είναι συντριπτική.
Η παρατεταμένη ανεργία τραυματίζει βαρύτατα τον ψυχισμό του, τον ακυρώνει ως ενεργή ύπαρξη. Η μείωση που υφίσταται δεν είναι ποτέ στενά οικονομική, κυριεύεται από αίσθημα αυτοϋποτίμησης και αναξιότητας έναντι των άλλων αντρών. Αισθάνεται να ξεπέφτει στα μάτια της γυναίκας του και των παιδιών του. Καταλήγει ξένος στο ίδιο του το σπίτι. Τα λόγια παρηγοριάς του επιδεινώνουν το αίσθημα κατωτερότητας, στον άντρα πρέπει σεβασμός, όχι οίκτος.
Μια άξια γυναίκα που συμπαρίσταται στον άντρα της και βγαίνει στην δουλειά μπορεί έως έναν βαθμό να ανακουφίσει το οικονομικό έλλειμμα, αλλά το ψυχικό και κοινωνικό πλήγμα ενός άντρα που τρέφεται από το φουστάνι μένει αγιάτρευτο. Η απόγνωση τον κυριεύει.
Ο άνεργος σιχτιρίζει την κοινωνία που του στερεί το δικαίωμα να ζήσει, και λίγο απέχει από το να παραβεί τους θεσπισμένους κανόνες συμβίωσης, αν σου λείπει το τσιγάρο και γύρω σου ανάβουν πούρα, δεν αντέχεται.
Όταν η μια απόρριψη για δουλειά διαδέχεται την άλλη, ο άνεργος παύει να αντιδρά. Μεταβάλλεται σε ζόμπι που κάθε μέρα καταρρέει περισσότερο ή σε κινητή απειλή για τους γύρω του. Είναι υποψήφιος για όλα, να καταστρέψει και να καταστραφεί.
Ας προσέξουμε κάποτε τους ποιητές:
Μη του μιλάτε είναι άνεργος
τα χέρια στις τσέπες του
σαν δυο χειροβομβίδες
(Καρούζος)
Η ανεργία είναι όντως βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας. Σύμφωνα με μετρήσεις , «η αύξηση της ανεργίας έστω και κατά 1 ποσοστιαία μονάδα δημιουργεί κατάσταση έντασης, επιθετικότητας και ασθενειών που επηρεάζει την κοινωνία για πολλά χρόνια».
Η ανεργία είναι η σύγχρονη αμαρτία.
Η ίδια η κοινωνία που την προκαλεί, την καταδικάζει προκειμένου να αποσείσει τις ευθύνες της. Μεταθέτει το πρόβλημα, και ο άντρας που δεν βρίσκει δουλειά ευθύνεται προσωπικά, άνεργος σημαίνει άχρηστος . Οι πραγματικοί υπεύθυνοι έχουν κατορθώσει να υποβάλουν τη συκοφαντική άποψη, που αναπαράγεται επιπόλαια και από κάποιους εργαζόμενους, πως «όποιος θέλει να δουλέψει δουλεύει». Δηλαδή η μοναδική υπαίτιοι για την μοίρα τους είναι οι ίδιοι οι άνεργοι που προτιμούν να ζουν σαν παράσιτα εις βάρος των άλλων εργαζομένων. (Δεν μας λένε πού δοκιμάστηκε και απέτυχε το πλήθος των νέων ανθρώπων που δεν έχουν μπει ακόμα στην αγορά εργασίας και εκλιπαρούν για μια ευκαιρία).
Το επίδομα ανεργίας είναι κόλλυβα και ταπείνωση.
Η ανάλγητη πολιτεία αρνείται να θεσπίσει ένα εγγυημένο εισόδημα αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών της. Είτε κάποιος εργάζεται είτε όχι, έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να μην πεθάνει από ασιτία και έλλειψη στέγης. «Είναι το δικαίωμα που αναγνωρίζουμε στα ζώα μας αλλά όχι στους συνανθρώπους μας» (Φρομ).
Το φάντασμα της ανεργίας δεν είναι κάτι που εμφανίζεται από μόνο του, σαν φυσικό φαινόμενο συνδέεται άρρηκτα με το όραμα της κοινωνίας μας.
Μέχρι το 1989 η παρουσία της άλλης υπερδύναμης λειτουργούσε εξισορροπητικά, εξανάγκαζε τις δυτικές κοινωνίες να προσφέρουν κάποια κεϊνσιανά ψίχουλα για να προλάβουν τα χειρότερα. Στην νέα παγκόσμια τάξη έχει εξαπολυθεί μία ανελέητη επίθεση κατά των εργαζομένων. Ο συνδικαλισμός εξέπεσε σε απροκάλυπτο ρουφιάνο της εξουσίας. Οι εργασιακές σχέσεις τίθενται ξανά υπό διαπραγμάτευση. Επιστρέφουμε σε έναν εργασιακό μεσαίωνα χωρίς συλλογικές συμβάσεις, χωρίς υπερωρίες, χωρίς άδειες, χωρίς πλαφόν απολύσεων, χωρίς επικουρικές συντάξεις και άλλα τέτοια «αναχρονιστικά». Τελευταίως τα σαΐνια της κρατικής αναλγησίας βρήκαν το νέο φάρμακο, είναι οι «ευέλικτες μορφές απασχόλησης». Το περιώνυμο τρομοκρατικό επίθετο «απασχολήσιμος» απειλεί τους πάντες, πλημμυρίζει με την επιδιωκόμενη ανασφάλεια εργαζόμενους και ανέργους ώστε να νιώθουν όλοι προσωρινοί και δεόντως υποτακτικοί.
Στο βωμό της ανταγωνιστικότητας οι «απασχόλησιμοι» θα πατάνε πλέον σε κινούμενη άμμο, χωρίς να ξέρουν τι τους ξημερώνει.
Οι χαχόλοι του δικού μας ΟΑΕΔ ανακάλυψαν και ανθρωπιστικά πλεονεκτήματα στην αθλιότητα του «απασχολήσιμου» που εφηύραν: «Η ρύθμιση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης ευνοεί την δυνατότητα συμφιλίωσης της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή και την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων».
Πρόκειται για φρικτή κοροϊδία. Αυτοί που δεν ενδιαφέρονται αν ζεις ή πεθαίνεις παρουσιάζονται να σου προσφέρουν «χρόνο» για την οικογένεια και τα χόμπι σου.
Ο άνθρωπος όμως δεν είναι «επιζήσιμος». Ή θα ζήσει με ασφάλεια και αξιοπρέπεια σ΄ αυτό τον κόσμο ή όχι.
Αυτό το νόημα ενέχουν οι απόπειρες αυτοκαταστροφής κάποιων παραλοϊσμένων που κρεμιούνται στις στέγες ή λούζονται με βενζίνη. Όπως και ο οδυνηρός συμβολισμός της πράξης εκείνου του απολυμένου υπαλλήλου από τον Δήμο Ταύρου που κάρφωσε την ελληνική σημαία στο γυμνό στήθος του.
Προφητικό άρθρο του Διονύση Χαριτόπουλου το φθινόπωρο του 2002
πηγή: Στον τοίχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου