του Σ.Α.Μ.
Ο χώρος της λεγόμενης «ανανεωτικής ή ευρωπαϊκής αριστεράς», έτσι όπως τον έζησα ως ενεργός πολίτης από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 που μπήκα στην αγορά εργασίας, ίσαμε τις εκλογές του 2012 -που γέμισα αηδία βλέποντας τη συμμορία του Τσίπρα θρασύτατα να προσπαθεί να καπηλευτεί τους αγώνες μας-, ήταν λίκνο κι απάγκιο των εξής δύο πληθυσμιακών ομάδων:
Ο χώρος της λεγόμενης «ανανεωτικής ή ευρωπαϊκής αριστεράς», έτσι όπως τον έζησα ως ενεργός πολίτης από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 που μπήκα στην αγορά εργασίας, ίσαμε τις εκλογές του 2012 -που γέμισα αηδία βλέποντας τη συμμορία του Τσίπρα θρασύτατα να προσπαθεί να καπηλευτεί τους αγώνες μας-, ήταν λίκνο κι απάγκιο των εξής δύο πληθυσμιακών ομάδων:
α. Κάποιων μεγαλομεσαίων στελεχών του δημόσιου -στενού και ευρύτερου- τομέα που ενδιαφέρονταν αποκλειστικά και μόνο για την ιεραρχική τους ανέλιξη και
β. Διαφόρων επαγγελματιών (δικηγόρων, μηχανικών, οικονομολόγων, προγραμματιστών), οι οποίοι αν κι επιχειρούσαν στον ιδιωτικό τομέα, εντούτοις, ο μεγαλύτερος ή κι ο μοναδικός τους πελάτης ήταν το ελληνικό δημόσιο σε κάθε του μορφή κι έκφανση (κράτος, περιφέρειες, νομαρχίες, δήμοι, σχολεία, νοσοκομεία, ΝΠΔΔ).
Κοινά χαρακτηριστικά όλων των παραπάνω:
1. Όλοι τους βρήκαν ασφαλές καταφύγιο εκεί, μετά τη διαπίστωση ότι στο ΚΚΕ δεν έχει περιθώρια για μάσα και, συμπεραίνοντας ορθά, ότι οι θέσεις των αρπακτικών στο ΠΑΣΟΚ και τη Δεξιά εκτός του ότι ήταν κατειλημμένες, παρουσίαζαν και μια σχετική επισφάλεια σε κάθε κυβερνητική μεταβολή, κάτι που δεν ίσχυε για όσους πλεύρισαν στ’ αραξοβόλι της «αριστεράς».
2. Κανείς απ’ αυτά τα λαμόγια δεν χαρακτήριζε ποτέ μήτε εχθρό μηδέ φίλο με προσωνύμια τύπου «θεσιθήρας», «καιροσκόπος», «ωφελιμιστής», προσέχοντας πάντα να προσδιορίζουν τις διαφορές τους με τους άλλους με όρους «πολιτικούς» υποτίθεται, φροντίζοντας ενίοτε να εφευρίσκουν διαφορές ακόμα κι όταν αυτές ήταν ασαφείς ή ανύπαρκτες (π.χ. ψήφισαν από κοινού με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ τη συνθήκη του Μάαστριχτ).
3. Όλοι τους δήλωναν με κάθε ευκαιρία «πρώην κομμουνιστές», βαθιά αριστεροί και προσηλωμένοι στις αρχές του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας και για του λόγου το αληθές όλοι τους έκαναν μνεία σε αγώνες που έδωσαν οι ίδιοι (και, συνήθως μόνο οι ίδιοι τους ήξεραν) ή σε φυλακίσεις κι εξορίες συγγενών τους (σε μια χώρα που αμφιβάλλω αν υπάρχει οικογένεια που να μην έχει ένα μέλος έστω που να ταλαιπωρήθηκε από το παρακράτος της δεξιάς).
4. Κανείς τους όμως δε συνελήφθη ποτέ, δεν προσήχθη για εξακρίβωση στοιχείων, δεν φυλακίστηκε, δεν έφαγε το ξύλο που τρώγαμε από τα ΜΑΤ του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ εμείς οι άλλοι, καθώς οι αγώνες τους εξαντλούνταν το πολύ σε καμιά συμμετοχή σε απεργιακή κινητοποίηση, βαριά σε καμιά φλώρικη παρέλαση που την αποκαλούσαν πορεία.
5. Όλοι τους απογείωσαν τις ατομικές τους καριέρες κι αυγάτισαν τις περιουσίες τους, την περίοδο που το «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ χρέωνε, ξεπουλούσε κι υποθήκευε τη χώρα, ασκώντας μια υποτονική αντιπολίτευση, λες κι η λαίλαπα της εκσυγχρονιστικής κοινωνίας των δύο τρίτων αφορούσε άλλη χώρα, μαδώντας όμως σαν μαργαρίτες τα ευρωπαϊκά κονδύλια, παίρνοντας το ένα δημόσιο έργο πίσω απ’ το άλλο οι «αριστεροί» ιδιώτες, πλασματικά οδοιπορικά, ανύπαρκτες υπερωρίες κι αποζημιώσεις για συμμετοχές σε επιτροπές τα «αριστερά» στελέχη του δημοσίου.
6. Κανείς από τους «αριστερούς» επαγγελματίες δεν παρέδωσε ποτέ ολοκληρωμένο, λειτουργικό, σωστό και ορθά κοστολογημένο, δημόσιο έργο που ανέλαβε -είτε ήταν πολεοδομικό έργο είτε εφαρμογή πληροφορικής είτε λογιστική υποστήριξη είτε νομική κάλυψη- γιατί οι πεποιθήσεις τους ήταν τόσο «αριστερές», ώστε μοναδική τους φροντίδα ήταν η συστηματική εξαπάτηση του κρατικού πελάτη, με αποτέλεσμα εμφανείς ανεπάρκειες και σημαντικές δυσλειτουργίες των έργων που υλοποίησαν, χωρίς όμως ποτέ να παραλείπουν να καρπωθούν την υπεραξία των κακοπληρωμένων εργαζομένων τους, χωρίς να ξεχνάνε ποτέ να αποδώσουν τις καθιερωμένες μίζες, φροντίζοντας πάντα για τον προσωπικό τους πλουτισμό καλύτερα από τους πιο δεξιούς
7. Κανένα από τα «αριστερά» στελέχη της δημόσιας διοίκησης δεν προσπάθησε ποτέ να εξορθολογήσει τη λειτουργία κρατικού τομέα που ανέλαβε, καθώς κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν πάντα η εμφανής τους ανεπάρκεια, η πρωτοφανής ανοχή τους σε φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς, ενώ όταν άλλαξαν τα κόζια μετά τη χρεοκωπία της χώρας, έγιναν όλοι τους διαπρύσιοι κήρυκες του εκσυγχρονισμού και οι πλέον έμπιστοι συνομιλητές και κοινωνοί των σκέψεων λαμόγιων τύπου Χρυσοχοΐδη, Διαμαντοπούλου και Λοβέρδου, συνεχίζοντας ως παντός καιρού σαλτιμπάγκοι την αέναη προσπάθεια αναρρίχησης
8. Έχοντας όλοι τους λυμένο το βιοποριστικό τους, ασχολούνταν αμέριμνα με την παραβίαση των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων στη Γουαδελούπη και με την απαγόρευση της στείρωσης των αδέσποτων σκυλιών στα χωριά της Γουαδαλαχάρας, πίνοντας επώνυμο κρασί και καπνίζοντας πούρα σε ακριβά εστιατόρια ή ψαγμένα στέκια, σχολιάζοντας ενίοτε τις συντηρητικές αντιλήψεις της πλέμπας του κέντρου της Αθήνας, αυτοί, οι «αριστεροί» κάτοικοι των ακριβών προαστίων
9. Κανείς τους δεν έχανε προβολή ταινίας του Αγγελόπουλου, φεστιβάλ με μουσικές κιθαρωδών της φυλής Παστούν και βραδιές ανάγνωσης πονημάτων του ποιητή Φανφάρα, στις οποίες αντίκριζες το συγκεκριμένο κοινό των επιμελώς ατημέλητων σοφιστικέ «αριστερών», με τα οβάλ γυαλιά, το φροντισμένο μουσάκι, το χαρακτηριστικό σκουλαρίκι, την αλογοουρά και το στοχαστικό βλέμμα (πίσω απ’ το οποίο, το πολύ να κρύβονταν η σκέψη «τι θα φάμε μετά;»).
Αυτό το κλειστό club των «αριστερών» ελιτιστών, των επαναστατών του γλυκού νερού, των βολεμένων ριζοσπαστών, των αγλαών, αειθαλών αγωνιστών της «Αριστεράς» (πας δηλών «αριστερός» άνω των 60 καλείται «αγωνιστής»), παρίστανε μια ζωή το κόμμα που αποτελούσε το συνάθροισμα κοινωνικών κινημάτων διαμαρτυρίας και καλά, αρκούμενο σε ένα 3%, προκειμένου να βουτάει και καμιά επιχορήγηση, να συντηρεί και καμιά κομματική γραφειοκρατία.
Η ηγεσία του χώρου, ήταν μια προχωρημένη εκδοχή της βάσης. Προσεγμένος λόγος, στρογγυλεμένος πάντα -μη θίγουμε κι υπολήψεις-, πολιτισμός κάργα, ευρωπαϊσμός στο φουλ, ρήξεις με τον κανένα (άντε με καμιά άκρα δεξιά, έτσι για το ξεκάρφωμα, για να δείχνουμε αγωνιστικό φρόνημα), αέναος καιροσκοπισμός, έντονος προβληματισμός για τα δικαιώματα των ζωόφιλων, όταν η φτώχεια κι η ανεργία θέριζαν τις λαϊκές συνοικίες.
Απ’ το γλυκερό λαϊκισμό της φυσαρμόνικας του Λεωνίδα, στο εισαγγελικό ύφος του κυρ Νίκου που, όπως φάνηκε δε συμβάδιζε με την εμφανή συμπάθεια της βάσης προς τους «εκσυγχρονιστές» του Σημίτη, κατόπιν στον ξύλινο λόγο του Αλαβάνου που μια ζωή κομματικοδίαιτος του Περισσού κόντεψε να τους καταντήσει εξωκοινοβουλευτική ατραξιόν, μαζεύοντας τους κατά καιρούς διαφωνούντες με τους αυτιστικούς του ΚΚΕ και χάνοντας όσους βιάζονταν να εκποιήσουν τα αγωνιστικά τους ένσημα στο κυρίαρχο ΠΑΣΟΚ, κοτσάνι την έβγαζαν.
Το πράγμα πήγε να χαλάσει όταν ο Αλαβάνος για να τη σπάσει στον κυρ Φώτη -που τον έπεισε τον Αύγουστο του ’99 ν’ αγοράσει ΚΛΩΝΑΤΕΞ κι έφαγε άλλη μια θητεία στην Ευρωβουλή, για να ρεφάρει-, έδωσε το δαχτυλίδι (γίνονται τέτοια στην αριστερά;) στον Alexis, παραβιάζοντας την ιεραρχία.
Ο κυρ Φώτης, χολωμένος που του πήρανε τη Χρυσηίδα, είπε «δεν πάει να συνουσιαστεί κι η Βρισηίδα» (δε λένε κακές λέξεις αυτοί οι «αριστεροί»), πήρε τον Πάτροκλο, τον Ψαριανό, των ομματιών του και μια σφραγίδα κι έφτιαξε το δικό του μαγαζί, με τη γνωστή συνέχεια.
Και ποιος ήταν ο Alexis;
Ένα απ’ τα χιλιάδες μεταλλαγμένα υβρίδια του κομματικού σωλήνα της ΚΝΕ.
Ένας «αριστερός» γιάπης με σκέψη αντιφατική κι αποσπασματική, χωρίς γνώσεις, χωρίς ιδέες, χωρίς κουλτούρα, χωρίς καν την ικανότητα της δημιουργικής προσέγγισης.
Ένα τσογλάνι που έκανε τη θητεία του στα σύνορα Αμπελοκήπων – Ψυχικού.
Ένας γόνος ευκατάστατης οικογένειας που δεν δούλεψε ούτε μια μέρα στη ζωή του.
Ένας ημιμαθής, που εντυπωσιάστηκε από το πνεύμα του Τατσόπουλου και τον έκανε βουλευτή.
Ένας κομπλεξικός που έδωσε στα παιδιά του τα ονόματα «Φοίβος -Παύλος» και «Ορφέας-Ερνέστος».
Ένα κωλοπαίδι του κερατά, που δεν δίστασε να αφήσει υπονοούμενα ακόμα και για αγωνιστές σαν τον Κοροβέση.
Ένας ηλίθιος, που πήγε να πάρει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο Προεδρικό Μέγαρο το 2012, συνοδευόμενος από την ενδυματολόγο του, που μέχρι τότε ήταν η σκιά του (ώσπου την είδε στην τηλεόραση η Περιστέρα και την έφαγε η μαρμάγκα την τύπισσα).
Όταν έσφιξαν οι κώλοι κι η φτώχεια, αφού έπνιξε το ένα τρίτο που άφησε μισοπεθαμένο ο Σημίτης, άρχισε ν’ απειλεί μ’ αφανισμό άλλο ένα τρίτο του κόσμου -που αν και δεν έχει ακούσει ποτέ του Πουλικάκο ξέρει μέσα του ότι «στην άκρη του δρόμου παραμονεύει ο άρχων του τρόμου»-, ε, τότε, αυτό το γαμημένο δεύτερο τρίτο, το οποίο στο παρελθόν είχε εμπιστευτεί τις τύχες του (ντρέπομαι που το γράφω) αρχικά στα (ροζιασμένα από το play station) χέρια του κουρασμένου ανιψιού και κατόπιν στα (γεμάτα κάλους απ’ το κανό) χέρια του ηλίθιου γιου, ανακάλυψε την «ανανεωτική αριστερά».
Κι επειδή αυτό το γαμημένο δεύτερο τρίτο, των μικροαστών, μικρόνοων, φοβικών, μίζερων, βολεμένων, μικρών εν γένει, δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, μικροεπαγγελματιών και μικροεισοδηματιών, έχει μάθει στη ζωή του να κοιτάζει μόνο τη βολή του, εμπιστευόμενο την τύχη του σε άλλους -στον αγά, τον παπά, τον τσιφλικά, το βασιλιά, τον εθνάρχη κοκ-, χωρίς ποτέ να την παίρνει στα χέρια του, αφού παράτησε τον καναπέ για να εκτονωθεί σε κάποιες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 και στις άλλες δύο του 2015 και ξεμπέρδεψε.
Έτσι θεωρεί τουλάχιστον.
Τώρα, το να περιμένεις να κυβερνήσει αυτός ο θίασος, είναι σαν να περιμένεις να σηκωθεί η πούτσα του άγνωστου στρατιώτη και να του την παίζουν οι εύζωνοι μέρα μεσημέρι στο Σύνταγμα.
Αν περιμένεις μάλιστα να σταματήσει η φτωχοποίηση κι η ραγδαία επιδείνωση του βιοτικού μας επιπέδου, τότε πάρε κι ένα τρίγωνο και κάτσε μπροστά στο τζάκι· από στιγμή σε στιγμή, θα σκάσει μύτη ο Άγιος Βασίλης.
Μετά το γαμήσι, δεν έχει μετάνοια (παλιά σέρβικη παροιμία).
Συγγνώμη αν σε κούρασα, ευχαριστώ για τον κόπο που έκανες να διαβάσεις όλα τα παραπάνω και για την ευκαιρία που μας δίνεις να κάνουμε ένα είδος ψυχοθεραπείας, όπως πολύ εύστοχα έγραψε ένας άλλος φίλος εδώ.
Εύχομαι υγεία, αισιοδοξία και δύναμη για τις δύσκολες μέρες που έρχονται
Σ.Α.Μ.
Υ.Γ.1. Από τις εκλογές του 2012 κι έπειτα, η τσογλανοπαρέα ΣΥΡΙΖΑ έκανε τα εξής βήματα που θεώρησε απαραίτητα για την ανάδειξή της στην εξουσία:
i. Ενθυλάκωσε στους κόλπους της όσα από τα ρετάλια του ΠΑΣΟΚ ήταν πρόθυμα να τη βοηθήσουν στο εγχείρημα, χωρίς να προβάλλουν ιδιαίτερες αξιώσεις
ii. Κουβαλώντας ένα μοναδικό αίσθημα κατωτερότητας, προκειμένου να γίνει αποδεκτή από ένα νόθο σύστημα εξουσίας, το οποίο ήθελε απλά να υπηρετήσει και σε καμία περίπτωση να ρίξει ή έστω να αλλάξει, υιοθέτησε όσα ακριβώς υιοθετεί ένας επαρχιώτης από αυτά που θεωρεί ότι χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά των πρωτευουσιάνων, προκειμένου να γίνει σώγαμπρος.
ΥΓ 2. Προσωπικά, μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταλάβω πώς άτομα εξαιρετικής ευφυΐας σαν το Βαρουφάκη και τη Ζωή εμπιστεύτηκαν αυτόν το συρφετό των αμοραλιστών εξουσιολάγνων και τον κύκλο των γλοιωδών αυλοκόλακων που περιέβαλαν τον «κενό περιεχομένου» Alexis και τους Παπά & Υιό Γκαίμπελς.
ΥΓ 3. Δεν ξέρω ποια θα ήταν η τροπή των πραγμάτων, αν ο Λαφαζάνης τους ξεμπρόστιαζε, όταν τον φώναξαν στη συζήτηση για το ξεπούλημα της χώρας την επομένη του δημοψηφίσματος στο Προεδρικό Μέγαρο· όφειλε όμως, αν ήταν καθαρός, να μιλήσει γι’ αυτό, αλλά δεν είναι.-
β. Διαφόρων επαγγελματιών (δικηγόρων, μηχανικών, οικονομολόγων, προγραμματιστών), οι οποίοι αν κι επιχειρούσαν στον ιδιωτικό τομέα, εντούτοις, ο μεγαλύτερος ή κι ο μοναδικός τους πελάτης ήταν το ελληνικό δημόσιο σε κάθε του μορφή κι έκφανση (κράτος, περιφέρειες, νομαρχίες, δήμοι, σχολεία, νοσοκομεία, ΝΠΔΔ).
Κοινά χαρακτηριστικά όλων των παραπάνω:
1. Όλοι τους βρήκαν ασφαλές καταφύγιο εκεί, μετά τη διαπίστωση ότι στο ΚΚΕ δεν έχει περιθώρια για μάσα και, συμπεραίνοντας ορθά, ότι οι θέσεις των αρπακτικών στο ΠΑΣΟΚ και τη Δεξιά εκτός του ότι ήταν κατειλημμένες, παρουσίαζαν και μια σχετική επισφάλεια σε κάθε κυβερνητική μεταβολή, κάτι που δεν ίσχυε για όσους πλεύρισαν στ’ αραξοβόλι της «αριστεράς».
2. Κανείς απ’ αυτά τα λαμόγια δεν χαρακτήριζε ποτέ μήτε εχθρό μηδέ φίλο με προσωνύμια τύπου «θεσιθήρας», «καιροσκόπος», «ωφελιμιστής», προσέχοντας πάντα να προσδιορίζουν τις διαφορές τους με τους άλλους με όρους «πολιτικούς» υποτίθεται, φροντίζοντας ενίοτε να εφευρίσκουν διαφορές ακόμα κι όταν αυτές ήταν ασαφείς ή ανύπαρκτες (π.χ. ψήφισαν από κοινού με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ τη συνθήκη του Μάαστριχτ).
3. Όλοι τους δήλωναν με κάθε ευκαιρία «πρώην κομμουνιστές», βαθιά αριστεροί και προσηλωμένοι στις αρχές του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας και για του λόγου το αληθές όλοι τους έκαναν μνεία σε αγώνες που έδωσαν οι ίδιοι (και, συνήθως μόνο οι ίδιοι τους ήξεραν) ή σε φυλακίσεις κι εξορίες συγγενών τους (σε μια χώρα που αμφιβάλλω αν υπάρχει οικογένεια που να μην έχει ένα μέλος έστω που να ταλαιπωρήθηκε από το παρακράτος της δεξιάς).
4. Κανείς τους όμως δε συνελήφθη ποτέ, δεν προσήχθη για εξακρίβωση στοιχείων, δεν φυλακίστηκε, δεν έφαγε το ξύλο που τρώγαμε από τα ΜΑΤ του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ εμείς οι άλλοι, καθώς οι αγώνες τους εξαντλούνταν το πολύ σε καμιά συμμετοχή σε απεργιακή κινητοποίηση, βαριά σε καμιά φλώρικη παρέλαση που την αποκαλούσαν πορεία.
5. Όλοι τους απογείωσαν τις ατομικές τους καριέρες κι αυγάτισαν τις περιουσίες τους, την περίοδο που το «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ χρέωνε, ξεπουλούσε κι υποθήκευε τη χώρα, ασκώντας μια υποτονική αντιπολίτευση, λες κι η λαίλαπα της εκσυγχρονιστικής κοινωνίας των δύο τρίτων αφορούσε άλλη χώρα, μαδώντας όμως σαν μαργαρίτες τα ευρωπαϊκά κονδύλια, παίρνοντας το ένα δημόσιο έργο πίσω απ’ το άλλο οι «αριστεροί» ιδιώτες, πλασματικά οδοιπορικά, ανύπαρκτες υπερωρίες κι αποζημιώσεις για συμμετοχές σε επιτροπές τα «αριστερά» στελέχη του δημοσίου.
6. Κανείς από τους «αριστερούς» επαγγελματίες δεν παρέδωσε ποτέ ολοκληρωμένο, λειτουργικό, σωστό και ορθά κοστολογημένο, δημόσιο έργο που ανέλαβε -είτε ήταν πολεοδομικό έργο είτε εφαρμογή πληροφορικής είτε λογιστική υποστήριξη είτε νομική κάλυψη- γιατί οι πεποιθήσεις τους ήταν τόσο «αριστερές», ώστε μοναδική τους φροντίδα ήταν η συστηματική εξαπάτηση του κρατικού πελάτη, με αποτέλεσμα εμφανείς ανεπάρκειες και σημαντικές δυσλειτουργίες των έργων που υλοποίησαν, χωρίς όμως ποτέ να παραλείπουν να καρπωθούν την υπεραξία των κακοπληρωμένων εργαζομένων τους, χωρίς να ξεχνάνε ποτέ να αποδώσουν τις καθιερωμένες μίζες, φροντίζοντας πάντα για τον προσωπικό τους πλουτισμό καλύτερα από τους πιο δεξιούς
7. Κανένα από τα «αριστερά» στελέχη της δημόσιας διοίκησης δεν προσπάθησε ποτέ να εξορθολογήσει τη λειτουργία κρατικού τομέα που ανέλαβε, καθώς κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν πάντα η εμφανής τους ανεπάρκεια, η πρωτοφανής ανοχή τους σε φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς, ενώ όταν άλλαξαν τα κόζια μετά τη χρεοκωπία της χώρας, έγιναν όλοι τους διαπρύσιοι κήρυκες του εκσυγχρονισμού και οι πλέον έμπιστοι συνομιλητές και κοινωνοί των σκέψεων λαμόγιων τύπου Χρυσοχοΐδη, Διαμαντοπούλου και Λοβέρδου, συνεχίζοντας ως παντός καιρού σαλτιμπάγκοι την αέναη προσπάθεια αναρρίχησης
8. Έχοντας όλοι τους λυμένο το βιοποριστικό τους, ασχολούνταν αμέριμνα με την παραβίαση των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων στη Γουαδελούπη και με την απαγόρευση της στείρωσης των αδέσποτων σκυλιών στα χωριά της Γουαδαλαχάρας, πίνοντας επώνυμο κρασί και καπνίζοντας πούρα σε ακριβά εστιατόρια ή ψαγμένα στέκια, σχολιάζοντας ενίοτε τις συντηρητικές αντιλήψεις της πλέμπας του κέντρου της Αθήνας, αυτοί, οι «αριστεροί» κάτοικοι των ακριβών προαστίων
9. Κανείς τους δεν έχανε προβολή ταινίας του Αγγελόπουλου, φεστιβάλ με μουσικές κιθαρωδών της φυλής Παστούν και βραδιές ανάγνωσης πονημάτων του ποιητή Φανφάρα, στις οποίες αντίκριζες το συγκεκριμένο κοινό των επιμελώς ατημέλητων σοφιστικέ «αριστερών», με τα οβάλ γυαλιά, το φροντισμένο μουσάκι, το χαρακτηριστικό σκουλαρίκι, την αλογοουρά και το στοχαστικό βλέμμα (πίσω απ’ το οποίο, το πολύ να κρύβονταν η σκέψη «τι θα φάμε μετά;»).
Αυτό το κλειστό club των «αριστερών» ελιτιστών, των επαναστατών του γλυκού νερού, των βολεμένων ριζοσπαστών, των αγλαών, αειθαλών αγωνιστών της «Αριστεράς» (πας δηλών «αριστερός» άνω των 60 καλείται «αγωνιστής»), παρίστανε μια ζωή το κόμμα που αποτελούσε το συνάθροισμα κοινωνικών κινημάτων διαμαρτυρίας και καλά, αρκούμενο σε ένα 3%, προκειμένου να βουτάει και καμιά επιχορήγηση, να συντηρεί και καμιά κομματική γραφειοκρατία.
Η ηγεσία του χώρου, ήταν μια προχωρημένη εκδοχή της βάσης. Προσεγμένος λόγος, στρογγυλεμένος πάντα -μη θίγουμε κι υπολήψεις-, πολιτισμός κάργα, ευρωπαϊσμός στο φουλ, ρήξεις με τον κανένα (άντε με καμιά άκρα δεξιά, έτσι για το ξεκάρφωμα, για να δείχνουμε αγωνιστικό φρόνημα), αέναος καιροσκοπισμός, έντονος προβληματισμός για τα δικαιώματα των ζωόφιλων, όταν η φτώχεια κι η ανεργία θέριζαν τις λαϊκές συνοικίες.
Απ’ το γλυκερό λαϊκισμό της φυσαρμόνικας του Λεωνίδα, στο εισαγγελικό ύφος του κυρ Νίκου που, όπως φάνηκε δε συμβάδιζε με την εμφανή συμπάθεια της βάσης προς τους «εκσυγχρονιστές» του Σημίτη, κατόπιν στον ξύλινο λόγο του Αλαβάνου που μια ζωή κομματικοδίαιτος του Περισσού κόντεψε να τους καταντήσει εξωκοινοβουλευτική ατραξιόν, μαζεύοντας τους κατά καιρούς διαφωνούντες με τους αυτιστικούς του ΚΚΕ και χάνοντας όσους βιάζονταν να εκποιήσουν τα αγωνιστικά τους ένσημα στο κυρίαρχο ΠΑΣΟΚ, κοτσάνι την έβγαζαν.
Το πράγμα πήγε να χαλάσει όταν ο Αλαβάνος για να τη σπάσει στον κυρ Φώτη -που τον έπεισε τον Αύγουστο του ’99 ν’ αγοράσει ΚΛΩΝΑΤΕΞ κι έφαγε άλλη μια θητεία στην Ευρωβουλή, για να ρεφάρει-, έδωσε το δαχτυλίδι (γίνονται τέτοια στην αριστερά;) στον Alexis, παραβιάζοντας την ιεραρχία.
Ο κυρ Φώτης, χολωμένος που του πήρανε τη Χρυσηίδα, είπε «δεν πάει να συνουσιαστεί κι η Βρισηίδα» (δε λένε κακές λέξεις αυτοί οι «αριστεροί»), πήρε τον Πάτροκλο, τον Ψαριανό, των ομματιών του και μια σφραγίδα κι έφτιαξε το δικό του μαγαζί, με τη γνωστή συνέχεια.
Και ποιος ήταν ο Alexis;
Ένα απ’ τα χιλιάδες μεταλλαγμένα υβρίδια του κομματικού σωλήνα της ΚΝΕ.
Ένας «αριστερός» γιάπης με σκέψη αντιφατική κι αποσπασματική, χωρίς γνώσεις, χωρίς ιδέες, χωρίς κουλτούρα, χωρίς καν την ικανότητα της δημιουργικής προσέγγισης.
Ένα τσογλάνι που έκανε τη θητεία του στα σύνορα Αμπελοκήπων – Ψυχικού.
Ένας γόνος ευκατάστατης οικογένειας που δεν δούλεψε ούτε μια μέρα στη ζωή του.
Ένας ημιμαθής, που εντυπωσιάστηκε από το πνεύμα του Τατσόπουλου και τον έκανε βουλευτή.
Ένας κομπλεξικός που έδωσε στα παιδιά του τα ονόματα «Φοίβος -Παύλος» και «Ορφέας-Ερνέστος».
Ένα κωλοπαίδι του κερατά, που δεν δίστασε να αφήσει υπονοούμενα ακόμα και για αγωνιστές σαν τον Κοροβέση.
Ένας ηλίθιος, που πήγε να πάρει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο Προεδρικό Μέγαρο το 2012, συνοδευόμενος από την ενδυματολόγο του, που μέχρι τότε ήταν η σκιά του (ώσπου την είδε στην τηλεόραση η Περιστέρα και την έφαγε η μαρμάγκα την τύπισσα).
Όταν έσφιξαν οι κώλοι κι η φτώχεια, αφού έπνιξε το ένα τρίτο που άφησε μισοπεθαμένο ο Σημίτης, άρχισε ν’ απειλεί μ’ αφανισμό άλλο ένα τρίτο του κόσμου -που αν και δεν έχει ακούσει ποτέ του Πουλικάκο ξέρει μέσα του ότι «στην άκρη του δρόμου παραμονεύει ο άρχων του τρόμου»-, ε, τότε, αυτό το γαμημένο δεύτερο τρίτο, το οποίο στο παρελθόν είχε εμπιστευτεί τις τύχες του (ντρέπομαι που το γράφω) αρχικά στα (ροζιασμένα από το play station) χέρια του κουρασμένου ανιψιού και κατόπιν στα (γεμάτα κάλους απ’ το κανό) χέρια του ηλίθιου γιου, ανακάλυψε την «ανανεωτική αριστερά».
Κι επειδή αυτό το γαμημένο δεύτερο τρίτο, των μικροαστών, μικρόνοων, φοβικών, μίζερων, βολεμένων, μικρών εν γένει, δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, μικροεπαγγελματιών και μικροεισοδηματιών, έχει μάθει στη ζωή του να κοιτάζει μόνο τη βολή του, εμπιστευόμενο την τύχη του σε άλλους -στον αγά, τον παπά, τον τσιφλικά, το βασιλιά, τον εθνάρχη κοκ-, χωρίς ποτέ να την παίρνει στα χέρια του, αφού παράτησε τον καναπέ για να εκτονωθεί σε κάποιες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 και στις άλλες δύο του 2015 και ξεμπέρδεψε.
Έτσι θεωρεί τουλάχιστον.
Τώρα, το να περιμένεις να κυβερνήσει αυτός ο θίασος, είναι σαν να περιμένεις να σηκωθεί η πούτσα του άγνωστου στρατιώτη και να του την παίζουν οι εύζωνοι μέρα μεσημέρι στο Σύνταγμα.
Αν περιμένεις μάλιστα να σταματήσει η φτωχοποίηση κι η ραγδαία επιδείνωση του βιοτικού μας επιπέδου, τότε πάρε κι ένα τρίγωνο και κάτσε μπροστά στο τζάκι· από στιγμή σε στιγμή, θα σκάσει μύτη ο Άγιος Βασίλης.
Μετά το γαμήσι, δεν έχει μετάνοια (παλιά σέρβικη παροιμία).
Συγγνώμη αν σε κούρασα, ευχαριστώ για τον κόπο που έκανες να διαβάσεις όλα τα παραπάνω και για την ευκαιρία που μας δίνεις να κάνουμε ένα είδος ψυχοθεραπείας, όπως πολύ εύστοχα έγραψε ένας άλλος φίλος εδώ.
Εύχομαι υγεία, αισιοδοξία και δύναμη για τις δύσκολες μέρες που έρχονται
Σ.Α.Μ.
Υ.Γ.1. Από τις εκλογές του 2012 κι έπειτα, η τσογλανοπαρέα ΣΥΡΙΖΑ έκανε τα εξής βήματα που θεώρησε απαραίτητα για την ανάδειξή της στην εξουσία:
i. Ενθυλάκωσε στους κόλπους της όσα από τα ρετάλια του ΠΑΣΟΚ ήταν πρόθυμα να τη βοηθήσουν στο εγχείρημα, χωρίς να προβάλλουν ιδιαίτερες αξιώσεις
ii. Κουβαλώντας ένα μοναδικό αίσθημα κατωτερότητας, προκειμένου να γίνει αποδεκτή από ένα νόθο σύστημα εξουσίας, το οποίο ήθελε απλά να υπηρετήσει και σε καμία περίπτωση να ρίξει ή έστω να αλλάξει, υιοθέτησε όσα ακριβώς υιοθετεί ένας επαρχιώτης από αυτά που θεωρεί ότι χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά των πρωτευουσιάνων, προκειμένου να γίνει σώγαμπρος.
ΥΓ 2. Προσωπικά, μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταλάβω πώς άτομα εξαιρετικής ευφυΐας σαν το Βαρουφάκη και τη Ζωή εμπιστεύτηκαν αυτόν το συρφετό των αμοραλιστών εξουσιολάγνων και τον κύκλο των γλοιωδών αυλοκόλακων που περιέβαλαν τον «κενό περιεχομένου» Alexis και τους Παπά & Υιό Γκαίμπελς.
ΥΓ 3. Δεν ξέρω ποια θα ήταν η τροπή των πραγμάτων, αν ο Λαφαζάνης τους ξεμπρόστιαζε, όταν τον φώναξαν στη συζήτηση για το ξεπούλημα της χώρας την επομένη του δημοψηφίσματος στο Προεδρικό Μέγαρο· όφειλε όμως, αν ήταν καθαρός, να μιλήσει γι’ αυτό, αλλά δεν είναι.-
πηγή : πιτσιρίκος
Με ακριβια χιλιοστου ευγε
ΑπάντησηΔιαγραφή