της Dilar Dirik
«Όταν πριν λίγα χρόνια πρωτοήρθαν άνθρωποι στο σπίτι μας να ρωτήσουν αν η οικογένεια μας θα συμμετείχε στις κοινότητες, τους πέταξα πέτρες για να μην πλησιάσουν», λέει γελώντας η Bushra, μια νεαρή γυναίκα από το Tirbespiye της Ροζάβα. Είναι μητέρα δύο παιδιών και ανήκει σε μια πολύ συντηρητική θρησκευτική σέχτα. Πριν, δεν της επιτρεπόταν να βγει από το σπίτι της και κάλυπτε όλο της το σώμα εκτός από τα μάτια.
«Τώρα διαμορφώνω ενεργά τη δική μου κοινότητα» λέει με περηφάνια και ένα λαμπρό χαμόγελο. «Έρχονται άνθρωποι σε μένα ζητώντας βοήθεια για να λύσουν κοινωνικά θέματα. Αλλά τότε, αν με ρωτούσες, δεν ήξερα καν τι σήμαινε συμβούλιο ή τι κάνουν οι άνθρωποι στις συνελεύσεις.»
Σήμερα, σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι προσφεύγουν σε εναλλακτικές μορφές αυτόνομης οργάνωσης για να δώσουν ξανά νόημα στην ύπαρξη τους, να διοχετεύσουν την επιθυμία για δημιουργικότητα, να εκφραστούν ελεύθερα. Αυτές οι κολεκτίβες, οι κοινότητες, οι κοοπερατίβες (συνεταιρισμοί) και τα κινήματα άμεσης δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηριστούν σαν μηχανισμοί αυτοάμυνας ενάντια στην εκμετάλλευση του καπιταλισμού, την πατριαρχία και τα κράτος.
Την ίδια ώρα, πολλοί αυτόχθονες πληθυσμοί, κουλτούρες και κοινότητες που αντιμετωπίζουν τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση, έχουν προστατέψει μέχρι σήμερα τους κομουναλιστικούς τρόπους ζωής τους. Είναι εκπληκτικό ότι κοινότητες που προστάτεψαν την ύπαρξη τους απέναντι στον εξελιγμένο κόσμο που τις περιβάλλει, περιγράφονται συχνά με αρνητικούς όρους, σαν να τους λείπει κάτι, κυρίως ένα κράτος. Οι θετικιστικές και οι ντετερμινιστικές τάσεις που επικρατούν σήμερα στην ιστοριογραφία καθιστούν τέτοιες κοινωνίες ασυνήθεις, απολίτιστες, οπισθοδρομικές. Το κράτος ως πολιτειακή κατάσταση αντιμετωπίζεται σαν να είναι αναπόφευκτη συνέπεια του πολιτισμού και του εκσυγχρονισμού, ένα φυσικό βήμα στη γραμμική πρόοδο της ιστορίας.
Υπάρχουν αναμφίβολα πολλές γενεαλογικές και οντολογικές διαφορές μεταξύ –ελλείψει καλύτερης λέξης –των σύγχρονων επαναστατικών κοινοτήτων και των φυσικών οργανικών κοινοτήτων. Οι προηγούμενες έχουν αναπτυχθεί αρχικά μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες σαν εξεγέρσεις εναντίον του κυρίαρχου συστήματος, ενώ οι άλλες συνιστούν μια απειλή στις ηγεμονικές δυνάμεις από την ίδια τη φύση της επιβίωσης τους. Όμως και πάλι, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι οργανικές κοινότητες είναι απολίτικες, επειδή είναι αντίθετες στις μητροπολιτικές κοινωνίες με την σκόπιμη, προσανατολισμένη σε στόχους, πολιτική.
Οι αιώνες αντίστασης απέναντι στον καπιταλιστικό κόσμο είναι στην πραγματικότητα ριζοσπαστικές ενέργειες ανυπακοής. Για αυτές τις κοινότητες, σχετικά ανέγγιχτες από τις διεθνείς τρέχουσες εξελίξεις λόγω των χαρακτηριστικών τους, η κοινοτική πολιτική είναι απλώς ένα φυσικό μέρος του κόσμου. Γι’ αυτό, πολλοί άνθρωποι στη Ροζάβα, για παράδειγμα, όπου ένας ριζοσπαστικός κοινωνικός μετασχηματισμός εξελίσσεται σήμερα, αναφέρονται στην επανάσταση τους σαν «επιστρέφουμε στη φύση μας» ή «ξανακερδίζουμε την κοινωνική μας ηθική».
Στη διάρκεια της ιστορίας, οι Κούρδοι υπέφεραν από όλα τα είδη άρνησης, καταπίεσης, καταστροφής, γενοκτονίας και αφομοίωσης. Αποκλείστηκαν από τις κρατικές δομές σε δύο μέτωπα: όχι μόνο τους αρνήθηκαν το δικό τους κράτος, αλλά ταυτοχρόνως εξαιρέθηκαν από τους μηχανισμούς των κρατικών δομών γύρω τους. Η εμπειρία του μη κράτους βοήθησε εν τέλει να προστατευθούν πολλά κοινωνικά ήθη και αξίες, όπως η αίσθηση της κοινότητας – κυρίως στα αγροτικά και ορεινά χωριά μακριά από τις πόλεις.
Μέχρι σήμερα τα κουρδικά χωριά του Alevi χαρακτηρίζονται από διαδικασίες κοινής εύρεσης λύσεων και τελετές συμφιλίωσης για κοινωνικές διενέξεις, που βασίζονται στην ηθική και τη συγχώρεση για το καλό της κοινότητας, Αλλά ενώ αυτή η μορφή ζωής είναι αρκετά διαδεδομένη στο Κουρδιστάν, υπάρχει επίσης μία συνειδητή νέα προσπάθεια να εγκατασταθεί ένα πολιτικό σύστημα βασισμένο στις κοινοτικές αξίες –το σύστημα του δημοκρατικού Συνομοσπονδσμού, οικοδομημένο μέσω της δημοκρατικής αυτονομίας με την κοινότητα στην καρδιά του.
Το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ), όπως πολλά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, αρχικά πίστευε πως η δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους θα ήταν η λύση στη βία και την καταπίεση. Ωστόσο, με τις παγκόσμιες αλλαγές μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το κίνημα άρχισε να αναπτύσσει μία θεμελιώδη αυτοκριτική καθώς επίσης και κριτική της κυρίαρχης πολιτικής της εποχής, που εστίαζε στην αλλαγή της κρατικής εξουσίας. Προς το τέλος της δεκαετίας του 90, το ΡΚΚ, υπό την ηγεσία του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, άρχισε να διατυπώνει μια εναλλακτική απέναντι στο εθνικό κράτος και στον κρατικό σοσιαλισμό.
Μελετώντας την ιστορία του Κουρδιστάν και της Μέσης Ανατολής, καθώς και τη φύση της εξουσίας, το ισχύον οικονομικό σύστημα και τα οικολογικά θέματα, ο Οτσαλάν έφτασε στο συμπέρασμα ότι ο λόγος για τα προβλήματα ελευθερίας της ανθρωπότητας δεν ήταν το λιγότερο κράτος αλλά η εμφάνιση του κράτους. Σε μια προσπάθεια να ανατρέψει την κυριαρχία του συστήματος που λειτούργησε σε όλη την υδρόγειο για πάνω από 5000 χρόνια σαν μία σύνθεση πατριαρχίας, καπιταλισμού και εθνικού κράτους, αυτό το εναλλακτικό παράδειγμα είναι βασισμένο στο ακριβώς αντίθετο – ελευθερία των γυναικών, οικολογία και δημοκρατία βάσης.
Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός είναι ένα κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό μοντέλο αυτοδιαχείρισης διαφορετικών ανθρώπων, όπου πρωτοστατούν οι γυναίκες και οι νέοι. Στοχεύει να εκφράσει πρακτικά τις επιθυμίες των ανθρώπων βλέποντας τη δημοκρατία σαν μέθοδο παρά σαν σκέτο σκοπό. Είναι δημοκρατία χωρίς το κράτος.
Ενώ προτείνει νέες δομές ώστε να εγκαθιδρυθεί ένα συνειδητό πολιτικό σύστημα, ο Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός αξιοποιεί τις προ χιλιετιών μορφές κοινωνικής οργάνωσης που υπήρχαν ακόμη στις κοινότητες του Κουρδιστάν. Αυτό το μοντέλο μπορεί να φαίνεται εξεζητημένο στη δική μας σύγχρονη φαντασία, αλλά στην πραγματικότητα συνηχεί περίφημα με τη δυνατή επιθυμία για χειραφέτηση μεταξύ διαφορετικών λαών στην περιοχή. Παρότι το σύστημα έχει εφαρμοστεί στο Βόρειο Κουρδιστάν (Bakur) για χρόνια, μέσα στα όρια της τουρκικής κρατικής καταστολής, ήταν τελικά στη Ροζάβα (Δυτικό Κουρδιστάν) που εμφανίστηκε μια ιστορική ευκαιρία και τέθηκε ο Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός σε πρακτική εφαρμογή.
Το σύστημα τοποθετεί τη δημοκρατική αυτονομία στην καρδιά του: οι άνθρωποι οργανώνουν τον εαυτό τους άμεσα στη μορφή των κοινοτήτων και δημιουργούν συμβούλια. Στη Ροζάβα, η διαδικασία διευκολύνεται από το Tev-Dem, το Κίνημα για τη Δημοκρατική Κοινωνία. Η κοινότητα αποτελείται από μια συνειδητά αυτοοργανωμένη γειτονιά και συνιστά το πιο βασικό και ριζοσπαστικό στοιχείο της δημοκρατικής πρακτικής. Έχει επιτροπές που δουλεύουν σε διαφορετικά θέματα όπως η ειρήνη και η δικαιοσύνη, η οικονομία, η ασφάλεια, η εκπαίδευση, οι γυναίκες, οι νέοι και οι κοινωνικές υπηρεσίες.
Οι κοινότητες στέλνουν εκλεγμένους αντιπροσώπους στα συμβούλια. Τα συμβούλια των χωριών στέλνουν αντιπροσώπους στις κωμοπόλεις, τα συμβούλια των κωμοπόλεων στέλνουν αντιπροσώπους στις πόλεις, και πάει λέγοντας. Κάθε κοινότητα είναι αυτόνομη, αλλά συνδέονται μεταξύ τους μέσω μιας ομοσπονδιακής δομής για το σκοπό του συντονισμού και τη διαφύλαξη των κοινών αρχών. Μόνο όταν δεν μπορούν να επιλυθούν τα θέματα στη βάση, ή όταν τα θέματα υπερβαίνουν το ενδιαφέρον των χαμηλότερων συμβουλίων, μόνο τότε μεταφέρονται στο επόμενο επίπεδο. Οι «υψηλότερες» περιπτώσεις εξηγούνται στα «χαμηλότερα» επίπεδα και γίνεται αναφορά για τις ενέργειες και τις αποφάσεις.
Ενώ οι κοινότητες είναι οι τόποι για την επίλυση προβλημάτων και την οργάνωση της καθημερινής ζωής, τα συμβούλια καταστρώνουν τα σχέδια δράσης και τις πολιτικές για τη συνεκτικότητα και το συντονισμό. Στην αρχή της επανάστασης και στις νεοαπελευθερωμένες περιοχές, τα συμβούλια ξεκινούσαν να λειτουργούν με συνελεύσεις και μόνο αργότερα αναπτύχθηκαν πιο αποκεντρωμένες οργανωτικές μορφές βάσης, στη μορφή των κοινοτήτων.
Οι κοινότητες δουλεύουν στην κατεύθυνση μιας «ηθικής –πολιτικής» κοινωνίας που αποτελείται από συνειδητοποιημένα άτομα που κατανοούν πώς να διευθετήσουν κοινωνικά θέματα και αναλαμβάνουν την καθημερινή αυτοδιοίκηση σαν μια κοινή ευθύνη, αντί να την αναθέτουν σε γραφειοκρατικές ελίτ. Όλο αυτό στηρίζεται στην εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή των ανθρώπων, σε αντίθεση με τον εξαναγκασμό και τους κανόνες της νομοθεσίας.
Είναι βεβαίως δύσκολο να αναπτύσσεται η συνείδηση της κοινωνίας βραχυπρόθεσμα, ειδικά όταν συνθήκες πολέμου, εμπάργκο, εσωτερικές νοοτροπίες και δεσποτικές δομές έχουν βαθιά εγκατασταθεί και μπορεί να οδηγήσουν σε καταχρήσεις εξουσίας και απολίτικες νοοτροπίες. Ένα εναλλακτικό εκπαιδευτικό σύστημα, οργανωμένο μέσω των ακαδημιών, στοχεύει στο να προωθήσει μία υγιή κοινωνική νοοτροπία, όπου η αυτοοργάνωση πρακτικά διαμορφώνει μία συνειδητή κοινωνία κινητοποιώντας την σε όλες τις πλευρές της ζωής.
Οι γυναίκες και οι νέοι οργανώνονται αυτόνομα και ενσωματώνουν την κοινωνική δυναμική που φυσιολογικά ρέπει προς περισσότερη δημοκρατία και λιγότερη ιεραρχία. Τοποθετούν τους εαυτούς τους στα αριστερά του μοντέλου της δημοκρατικής αυτονομίας και διαμορφώνουν νέες μορφές στην παραγωγή και αναπαραγωγή της γνώσης.
Σήμερα, το κουρδικό κίνημα μοιράζει ισοδύναμα την εξουσία μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άντρα. Η ιδέα πίσω από την αρχή της συν-προεδρίας είναι και συμβολική και πρακτική – αποκεντρώνει την εξουσία και προωθεί τη συναίνεση ενώ παράλληλα συμβολίζει την αρμονία μεταξύ αντρών και γυναικών. Μόνο γυναίκες έχουν δικαίωμα να εκλέγουν τη γυναίκα συμπρόεδρο ενώ ο άντρας συμπρόεδρος εκλέγεται από όλους. Οι γυναίκες οργανώνουν τις δικές τους δυνατές, ιδεολογικά συνειδητές δομές στην κατεύθυνση μίας γυναικείας ομοσπονδίας, αρχής γενομένης με τις αυτόνομες γυναικείες κοινότητες.
Μία ακόμα σημαντική αρχή που διαμορφώθηκε από τον Οτσαλάν είναι το «δημοκρατικό έθνος». Αντίθετα από το δογματισμό του εθνικού κράτους, που δικαιολογεί την ύπαρξη του μέσω ενός σοβινιστικού μύθου, αυτή η ιδέα οραματίζεται μια κοινωνία βασισμένη σε ένα κοινό κοινωνικό συμβόλαιο και θεμελιώδεις ηθικές αξίες όπως η ισότητα των φύλων. Έτσι, όλα τα άτομα και οι ομάδες, εθνικές, θρησκευτικές, γλωσσικές, φύλα, διανοούμενοι και διάφορες τάσεις μπορούν να εκφράζονται ελεύθερα και να προσθέτουν ποικιλία σε αυτό το εκτεταμένο, βασισμένο στην ηθική, έθνος ώστε να διασφαλίζεται ο εκδημοκρατισμός του. Όσο μεγαλύτερη η ποικιλία του, τόσο δυνατότερη η δημοκρατία. Διαφορετικές ομάδες και τομείς είναι επίσης υπεύθυνοι για τον δικό τους εκδημοκρατισμό από τα μέσα.
Στη Ροζάβα, Κούρδοι, Άραβες, Σύροι χριστιανοί, Αρμένιοι, Τουρκομάνοι και Τσετσένοι προσπαθούν να δημιουργήσουν μια νέα ζωή, μαζί. Στην ίδια λογική υπόκειται το εγχείρημα του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος ή του HPD περνώντας τα σύνορα με την Τουρκία. Το HDP ενώνει όλες τις κοινότητες της Μεσοποταμίας και της Ανατολίας κάτω από την ομπρέλα της «ελεύθερης συντροφικότητας» στο δημοκρατικό έθνος.
Έχει Κούρδους, Τούρκους, Αρμένιους, Άραβες, Μουσουλμάνους, Αλεβίτες, Χριστιανούς και Γιαζίντι – τη μεγαλύτερη ποικιλία από όλα τα κόμματα στο τουρκικό κοινοβούλιο. Αντίθετα με το μονοπωλιακό ιδεολογικό χαρακτήρα του έθνους –κράτους, η ιδέα του δημοκρατικού έθνους είναι ένας ιδεολογικός μηχανισμός αυτοάμυνας των διαφορετικών ανθρώπων.
Αν και πολλές διαφορετικές κοινότητες συμμετέχουν ενεργά στην επανάσταση της Ροζάβα, υπάρχουν και μακροχρόνιες δυσαρέσκειες. Ολόκληρες φυλετικές ομοσπονδίες των αράβων έχουν εκφράσει μονομερώς τη στήριξη τους για τη διοίκηση, αλλά σε κάποια μέρη οι άραβες παραμένουν καχύποπτοι. Έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτουν ότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, το κόμμα του Μπάαθ είχε υψηλά σχέδια να φέρει τις διαφορετικές κοινότητες σε αντιπαράθεση τη μία με την άλλη, κυρίως στο Cizire. Στις προϋπάρχουσες τάσεις, προστίθενται και εξωτερικές δυνάμεις που πυροδοτούν τις διαφωνίες μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων ικανοποιώντας τα δικά τους σχέδια. Η εγκαθίδρυση ενότητας μεταξύ των διαφορετικών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων στη Συρία, και γενικότερα στη Μέση Ανατολή, θα έκανε ακόμα πιο δύσκολο το να διασπούν και να κουμαντάρουν την περιοχή.
Ένας άραβας, μέλος της διοίκησης στη Ροζάβα μας εξήγησε γιατί το δημοκρατικό μοντέλο έχει τόσο μικρή στήριξη από τις πολιτικές ομάδες στην περιοχή και ευρύτερα:
Το σύστημα της δημοκρατικής αυτονομίας στα τρία καντόνια μας ταρακουνάει όλο τον κόσμο γιατί το καπιταλιστικό σύστημα δεν θέλει ελευθερία και δημοκρατία για τη Μέση Ανατολή, παρά τις διακηρύξεις του. Γι’ αυτό όλοι επιτίθενται στη Ροζάβα. Οι διαφορετικές μορφές κράτους για παράδειγμα της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας υπό τον Άσαντ και του Ισλαμικού Κράτους είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος αφού αρνούνται και καταστρέφουν το μωσαϊκό της περιοχής μας. Αλλά όλο και περισσότεροι Άραβες από την υπόλοιπη Συρία έρχονται στη Ροζάβα για να μάθουν για τη δημοκρατική αυτονομία επειδή βλέπουν εδώ και προοπτική ελευθερίας.
Το αποτελεσματικό σύστημα της αυτοοργάνωσης, συνδυασμένο σε ένα βαθμό με το εμπάργκο, που κατέστησε αναγκαία την αυτενέργεια και συνεπώς πυροδότησε τη δημιουργικότητα, γλίτωσε τη Ροζάβα από την οικονομική διαφθορά που επιφέρει η εσωτερική καπιταλιστική νοοτροπία ή η εξωτερική εκμετάλλευση. Εν τούτοις, προκειμένου να υπερασπιστεί τις επαναστατικές αξίες στη διάρκεια ενός πολέμου, ένα βαθμονομημένο οικονομικό όραμα χρειάζεται για κοινωνικά δίκαιη, οικολογική, φεμινιστική οικονομία που να μπορεί να στηρίξει έναν ξεπεσμένο, τραυματισμένο και κακοποιημένο πληθυσμό.
Πώς να εμπλέξεις πλούσιους ανθρώπους, που δεν νοιάζονται για κοοπερατίβες και να μην κατηγορηθείς για απολυταρχισμό; Πώς να ρυθμίσεις αρχές χειραφέτησης και ελευθερίας στην επείγουσα κατάσταση του πολέμου και σε μια οικονομία επιβίωσης; Πώς να αποκεντρώσεις την οικονομία διασφαλίζοντας τη δικαιοσύνη και τη συνοχή της επανάστασης; Για τους ανθρώπους στη Ροζάβα, η απάντηση βρίσκεται στην εκπαίδευση.
«Τι σημαίνει για σας οικολογία;» ρώτησε μια γυναίκα στην Ακαδημία γυναικών του Rimelan τις συμμαθήτριες της, σε ένα δωμάτιο διακοσμημένο με φωτογραφίες γυναικών όπως η Σακλίν Κανσίζ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Μια μεγαλύτερη γυναίκα με παραδοσιακά τατού στα χέρια και στο πρόσωπο απάντησε: «Για μένα, το να είσαι μητέρα σημαίνει να είσαι οικολογικός. Να ζεις σε αρμονία με την κοινότητα και τη φύση. Οι μητέρες γνωρίζουν καλύτερα πώς να διατηρούν και να οργανώνουν αυτή την αρμονία.» Ίσως να είναι η οικολογική ερώτηση αυτή που σαφέστερα υποδηλώνει το δίλημμα της Ροζάβα να έχει σπουδαίες αρχές και προθέσεις και την επιθυμία της θυσίας, ενώ συχνά λείπουν οι συνθήκες για να υλοποιήσεις αυτές τις ιδέες. Για προφανείς λόγους, η επιβίωση έχει προτεραιότητα έναντι του περιβαλλοντισμού.
Για την ώρα, τουλάχιστον, είναι δυνατό να μιλάμε για ένα μεταβατικό σύστημα στο οποίο η δημοκρατική αυτοδιοίκηση της Ροζάβα θέτει επαναστατικές και οικολογικές αρχές, προσεκτικά ελισσόμενη μεταξύ πολέμου και ρεαλιστικής πολιτικής, ενώ τα κινήματα βάσης οργανώνουν τον κόσμο από τα κάτω. Σε επίπεδο καντονιού, ειδικά σε θέματα σχετικά με εξωτερική πολιτική, είναι σ’ ένα βαθμό αναπόφευκτες κεντρικές ή τουλάχιστον μη-επαναστατικές πρακτικές κυρίως επειδή η Ροζάβα είναι πολιτικά και οικονομικά μεταξύ σφύρας και άκμονος. Πάντως, είναι το σύστημα της δημοκρατικής αυτονομίας που εγείρεται από τη βάση αυτό στο οποίο οι άνθρωποι γενικά αναφέρονται όταν μιλάνε για την επανάσταση της Ροζάβα.
Η αποκεντρωμένη δυναμική της οργάνωσης από τη βάση, αξιοσημείωτη κυρίως στις κομούνες, χρησιμοποιείται σαν μια εσωτερική ευκαιρία στα καντόνια και διευκολύνει τον εκδημοκρατισμό τους, τα οποία καντόνια λόγω της πολύπλοκης πολιτικής γεωγραφίας τους – που περιορίζεται περαιτέρω από μη επαναστατικά κόμματα και ομάδες – μπορούν να τείνουν προς μία συγκέντρωση εξουσίας (μολονότι τα καντόνια, όπως είναι σήμερα, είναι ακόμη πολύ πιο αποκεντρωμένα και δημοκρατικά από τα συνήθη κράτη).Πολύ πιο σημαντικό από τους ακριβείς μηχανισμούς μέσω των οποίων εκφράζεται η λαϊκή επιθυμία, είναι το νόημα και η επίδραση της δημοκρατικής αυτονομίας στους ανθρώπους. Αν ήταν να περιγράψω τη «ριζική δημοκρατία» θα σκεφτόμουν κυρίως τους ανθρώπους της εργατικής τάξης, τις καμιά φορά αναλφάβητες γυναίκες στις γειτονιές που αποφάσισαν να οργανωθούν σε κοινότητες και τώρα αναγεννούν την πολιτική. Το γέλιο και τα παιχνίδια των παιδιών, το κακάρισμα των κοτόπουλων, πεταμένες πλαστικές καρέκλες συνθέτουν τη μελωδία για τη σκηνή όπου παίρνονται οι αποφάσεις για τις ώρες του ηλεκτρικού ρεύματος και τις φιλονικίες της γειτονιάς. Θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει επίσης ότι οι δομές λειτουργούν καλύτερα σε αγροτικές περιοχές και μικρές γειτονιές παρά σε μεγάλες και πολύπλοκες πόλεις, όπου χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε να εμπλακούν οι άνθρωποι. Εδώ, η εξουσία ανήκει στους ανθρώπους που ποτέ δεν είχαν τίποτα και που τώρα γράφουν τη δική τους ιστορία.
«Θες να δεις τα λαχανικά μας;» με ρώτησε η Qadifa, μια μεγαλύτερη γυναίκα Γιαζίντι σε ένα κέντρο της Yekîtiya Star, του γυναίκειου κινήματος. Φαίνεται να έχει ελάχιστο ενδιαφέρον να μας εξηγήσει το νέο σύστημα, αλλά επιμένει να μας δείξει αντ’ αυτού, τα φρούτα της. Συνεχίζουμε τη συζήτηση για τις μεταβολές στην καθημερινή ζωή στη Ροζάβα, όσο τρώμε τις νόστιμες ντομάτες ενός γυναικείου συνεταιρισμού σε μια αυλή. Η αυτοδιαχείριση στη Ροζάβα είναι κάτι που το ζεις εδώ και τώρα, στην καθημερινή πρακτική. Χιλιάδες γυναίκες όπως η Quafida, γυναίκες τελείως περιθωριοποιημένες προηγουμένως, αόρατες και χωρίς φωνή, τώρα αναλαμβάνουν ηγετικές θέσεις και διαμορφώνουν την κοινωνία. Σήμερα, τα πρωινά, μπορούν για πρώτη φορά να μαζεύουν τις ντομάτες τους, από τη γη που είχε εποικίσει το κράτος για δεκαετίες, ενώ τα απογεύματα μπορούν να δικάζουν στα λαϊκά δικαστήρια.
Πολλές οικογένειες έχουν αφιερωθεί πλήρως στην επανάσταση, κυρίως αυτές που έχουν χάσει αγαπημένα πρόσωπα. Πολλά οικογενειακά σπίτια αρχίζουν σιγά σιγά να λειτουργούν σαν σπίτια του λαού όπου συντονίζονται οι ανάγκες του πληθυσμού: οι άνθρωποι περπατάνε στα σπίτια ο ένας του άλλου με τα παιδιά τους για να κάνουν κριτική ή να συζητήσουν ή να προτείνουν ιδέες για το πώς θα βελτιώσουν τη νέα τους ζωή. Τα θέματα στο τραπέζι του βραδινού έχουν αλλάξει. Τα κοινωνικά ζητήματα γίνονται κυριολεκτικά κοινωνικά, αφού γίνονται ευθύνη του καθενός. Κάθε μέλος της κοινότητας γίνεται ηγέτης.
Η αργή μετάβαση της κοινωνικής λήψης αποφάσεων από τα καθορισμένα κτίρια στα πεδία της καθημερινής ζωής είναι αποτέλεσμα των προσπαθειών για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας με νέα ηθική – πολιτική. Για ανθρώπους από προηγμένες καπιταλιστικές χώρες αυτός ο άμεσος τρόπος να αναλαμβάνεις την ευθύνη για τη ζωή κάποιου μπορεί να τρομάζει λίγο, κυρίως όταν σημαντικά θέματα όπως η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση και η ασφάλεια έχουν περάσει τώρα στα χέρια των ανθρώπων, αντί να παραδίδονται σε ανώνυμες κρατικές δομές.
Ένα βράδυ κάθομαι στο Tell Mozan, κάποτε περιοχή των Urkesh, αρχαία πρωτεύουσα 6.000 χρόνων των Hurians. Κοντά είναι τα σύνορα μεταξύ Συρίας και Τουρκίας, που υπάρχουν λιγότερο από έναν αιώνα. Καθώς πίνουμε το τσάι μας με τη Meryem, μία διοικητή του Κομπανί, βλέπουμε φώτα στην πόλη του Madrin στο βόρειο Κουρδιστάν, στην άλλη πλευρά των συνόρων.
«Παλεύουμε εκ μέρους της κοινότητας, των καταπιεσμένων, των γυναικών, για τις σελίδες της ιστορίας που δεν έχουν ακόμα γραφτεί», λέει. Η Meryem είναι μία από τις γυναίκες που γνώρισε τον Οτσαλάν όταν ήταν νέα, όταν έφτασε στη Ροζάβα, τη δεκαετία του 1980. Όπως χιλιάδες γυναίκες, σε μια αναζήτηση δικαιοσύνης πέραν της δικής της ζωής, μια μέρα αποφάσισε να γίνει μαχήτρια της ελευθερίας στην περιοχή που την ίδια στιγμή είναι σπίτι για χιλιάδες εγκλήματα τιμής, και για χιλιάδες θεές που τις λατρεύουν σε όλα τα σχήματα και τα μεγέθη.
Αυτό που γοήτευσε τα αντισυστημικά κινήματα όλου του κόσμου στην ιστορική αντίσταση του Κομπανί ίσως είναι οι πολλοί τρόποι με τους οποίους η άμυνα της πόλης καθρέφτισε έναν ανθρώπινο αγώνα χιλιετίας, οι τρόποι με τους οποίους πήρε καθολικά χαρακτηριστικά που έντυσαν τις συλλογικές εικόνες για ένα διαφορετικό κόσμο. Πολλές συγκρίσεις έχουν γίνει με την παρισινή Κομμούνα, τη μάχη του Στάλινγκραντ, τον ισπανικό εμφύλιο, και άλλες μυθικές καταστάσεις της λαϊκής αντίστασης.
Στα ζιγκουράτ της Σουμερίας, τους πλίνθινους βαθμιδωτούς ναούς της αρχαίας Μεσοποταμίας, πολλοί ιεραρχικοί μηχανισμοί άρχισαν να διαμορφώνονται για πρώτη φορά: η πατριαρχία, το κράτος, η δουλεία, ο μόνιμος στρατός και η ιδιωτική ιδιοκτησία – η αρχή μιας επίσημης ταξικής κοινωνίας. Αυτή η εποχή επέφερε μία εκτεταμένη κοινωνική ρήξη που χαρακτηρίστηκε από την απώλεια του κοινωνικού στάτους των γυναικών και την ανατολή του κυρίαρχου άντρα, κυρίως του άντρα ιερέα, ο οποίος άρπαξε το μονοπώλιο της γνώσης. Αλλά εκεί επίσης δημιουργήθηκε το 2.300π.Χ. η πρώτη λέξη με το νόημα «ελευθερία», amargi, που σημαίνει «επιστροφή στη μητέρα».
Ο Οτσαλάν συνέλαβε την ιδέα των δύο πολιτισμών: ισχυρίστηκε ότι προς το τέλος της νεολιθικής Εποχής με την έγερση των ιεραρχικών δομών στην αρχαία Σουμερία υπήρξε ένας πολιτισμός βασισμένος στην ιεραρχία, τη βία, την υποταγή – ο mainstream ή ο «κυρίαρχος πολιτισμός», αλλά υπήρξε και το αντίθετο του, αυτό που λέμε «δημοκρατικός πολιτισμός» που εκπροσωπούσε τους ιστορικούς αγώνες των περιθωριοποιημένων, των καταπιεσμένων, των φτωχών και των αποκλεισμένων, κυρίως των γυναικών. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός είναι λοιπόν πολιτικό προϊόν αυτού του παλιού δημοκρατικού πολιτισμού.
Bijî komunên me! Vive la commune!
Dilar Dirik
Η Dilar Dirik είναι Κούρδισσα ακτιβίστρια και υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ. Η εργασία της εξετάζει το ρόλο του γυναικείου αγώνα στη διαμόρφωση και την οικοδόμηση της ελευθερίας στο Κουρδιστάν. Γράφει τακτικά για το κουρδικό κίνημα σε διάφορα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Μετάφραση: Γεωργία Κανελλοπούλου
Το πρωτότυπο βρίσκεται εδώ: https://roarmag.org/magazine/building-democracy-without-a-state/
Αυτό που συντελείται στις αυτόνομες κοινότητες και τα καντόνια των Κούρδων της Συρίας, έχοντας απέναντι τους ISIS, Τουρκία, Ασαντ, και Δυτικούς, είναι ένας βουβός και ματωμένος, πολιτικός και πολιτισμικός άθλος.
Είναι ο χειρότερος εφιάλτης του ιμπεριαλισμού και μας το κρύβουν.
Ευχόμαστε οι λαοί να μην επιτρέψουν την καταστροφή και τον εκμαυλισμό αυτής της προσπάθειας.
frixos
«Τώρα διαμορφώνω ενεργά τη δική μου κοινότητα» λέει με περηφάνια και ένα λαμπρό χαμόγελο. «Έρχονται άνθρωποι σε μένα ζητώντας βοήθεια για να λύσουν κοινωνικά θέματα. Αλλά τότε, αν με ρωτούσες, δεν ήξερα καν τι σήμαινε συμβούλιο ή τι κάνουν οι άνθρωποι στις συνελεύσεις.»
Σήμερα, σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι προσφεύγουν σε εναλλακτικές μορφές αυτόνομης οργάνωσης για να δώσουν ξανά νόημα στην ύπαρξη τους, να διοχετεύσουν την επιθυμία για δημιουργικότητα, να εκφραστούν ελεύθερα. Αυτές οι κολεκτίβες, οι κοινότητες, οι κοοπερατίβες (συνεταιρισμοί) και τα κινήματα άμεσης δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηριστούν σαν μηχανισμοί αυτοάμυνας ενάντια στην εκμετάλλευση του καπιταλισμού, την πατριαρχία και τα κράτος.
Την ίδια ώρα, πολλοί αυτόχθονες πληθυσμοί, κουλτούρες και κοινότητες που αντιμετωπίζουν τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση, έχουν προστατέψει μέχρι σήμερα τους κομουναλιστικούς τρόπους ζωής τους. Είναι εκπληκτικό ότι κοινότητες που προστάτεψαν την ύπαρξη τους απέναντι στον εξελιγμένο κόσμο που τις περιβάλλει, περιγράφονται συχνά με αρνητικούς όρους, σαν να τους λείπει κάτι, κυρίως ένα κράτος. Οι θετικιστικές και οι ντετερμινιστικές τάσεις που επικρατούν σήμερα στην ιστοριογραφία καθιστούν τέτοιες κοινωνίες ασυνήθεις, απολίτιστες, οπισθοδρομικές. Το κράτος ως πολιτειακή κατάσταση αντιμετωπίζεται σαν να είναι αναπόφευκτη συνέπεια του πολιτισμού και του εκσυγχρονισμού, ένα φυσικό βήμα στη γραμμική πρόοδο της ιστορίας.
Υπάρχουν αναμφίβολα πολλές γενεαλογικές και οντολογικές διαφορές μεταξύ –ελλείψει καλύτερης λέξης –των σύγχρονων επαναστατικών κοινοτήτων και των φυσικών οργανικών κοινοτήτων. Οι προηγούμενες έχουν αναπτυχθεί αρχικά μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες σαν εξεγέρσεις εναντίον του κυρίαρχου συστήματος, ενώ οι άλλες συνιστούν μια απειλή στις ηγεμονικές δυνάμεις από την ίδια τη φύση της επιβίωσης τους. Όμως και πάλι, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι οργανικές κοινότητες είναι απολίτικες, επειδή είναι αντίθετες στις μητροπολιτικές κοινωνίες με την σκόπιμη, προσανατολισμένη σε στόχους, πολιτική.
Οι αιώνες αντίστασης απέναντι στον καπιταλιστικό κόσμο είναι στην πραγματικότητα ριζοσπαστικές ενέργειες ανυπακοής. Για αυτές τις κοινότητες, σχετικά ανέγγιχτες από τις διεθνείς τρέχουσες εξελίξεις λόγω των χαρακτηριστικών τους, η κοινοτική πολιτική είναι απλώς ένα φυσικό μέρος του κόσμου. Γι’ αυτό, πολλοί άνθρωποι στη Ροζάβα, για παράδειγμα, όπου ένας ριζοσπαστικός κοινωνικός μετασχηματισμός εξελίσσεται σήμερα, αναφέρονται στην επανάσταση τους σαν «επιστρέφουμε στη φύση μας» ή «ξανακερδίζουμε την κοινωνική μας ηθική».
Στη διάρκεια της ιστορίας, οι Κούρδοι υπέφεραν από όλα τα είδη άρνησης, καταπίεσης, καταστροφής, γενοκτονίας και αφομοίωσης. Αποκλείστηκαν από τις κρατικές δομές σε δύο μέτωπα: όχι μόνο τους αρνήθηκαν το δικό τους κράτος, αλλά ταυτοχρόνως εξαιρέθηκαν από τους μηχανισμούς των κρατικών δομών γύρω τους. Η εμπειρία του μη κράτους βοήθησε εν τέλει να προστατευθούν πολλά κοινωνικά ήθη και αξίες, όπως η αίσθηση της κοινότητας – κυρίως στα αγροτικά και ορεινά χωριά μακριά από τις πόλεις.
Μέχρι σήμερα τα κουρδικά χωριά του Alevi χαρακτηρίζονται από διαδικασίες κοινής εύρεσης λύσεων και τελετές συμφιλίωσης για κοινωνικές διενέξεις, που βασίζονται στην ηθική και τη συγχώρεση για το καλό της κοινότητας, Αλλά ενώ αυτή η μορφή ζωής είναι αρκετά διαδεδομένη στο Κουρδιστάν, υπάρχει επίσης μία συνειδητή νέα προσπάθεια να εγκατασταθεί ένα πολιτικό σύστημα βασισμένο στις κοινοτικές αξίες –το σύστημα του δημοκρατικού Συνομοσπονδσμού, οικοδομημένο μέσω της δημοκρατικής αυτονομίας με την κοινότητα στην καρδιά του.
Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός στη Ροζάβα
Το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ), όπως πολλά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, αρχικά πίστευε πως η δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους θα ήταν η λύση στη βία και την καταπίεση. Ωστόσο, με τις παγκόσμιες αλλαγές μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το κίνημα άρχισε να αναπτύσσει μία θεμελιώδη αυτοκριτική καθώς επίσης και κριτική της κυρίαρχης πολιτικής της εποχής, που εστίαζε στην αλλαγή της κρατικής εξουσίας. Προς το τέλος της δεκαετίας του 90, το ΡΚΚ, υπό την ηγεσία του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, άρχισε να διατυπώνει μια εναλλακτική απέναντι στο εθνικό κράτος και στον κρατικό σοσιαλισμό.
Μελετώντας την ιστορία του Κουρδιστάν και της Μέσης Ανατολής, καθώς και τη φύση της εξουσίας, το ισχύον οικονομικό σύστημα και τα οικολογικά θέματα, ο Οτσαλάν έφτασε στο συμπέρασμα ότι ο λόγος για τα προβλήματα ελευθερίας της ανθρωπότητας δεν ήταν το λιγότερο κράτος αλλά η εμφάνιση του κράτους. Σε μια προσπάθεια να ανατρέψει την κυριαρχία του συστήματος που λειτούργησε σε όλη την υδρόγειο για πάνω από 5000 χρόνια σαν μία σύνθεση πατριαρχίας, καπιταλισμού και εθνικού κράτους, αυτό το εναλλακτικό παράδειγμα είναι βασισμένο στο ακριβώς αντίθετο – ελευθερία των γυναικών, οικολογία και δημοκρατία βάσης.
Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός είναι ένα κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό μοντέλο αυτοδιαχείρισης διαφορετικών ανθρώπων, όπου πρωτοστατούν οι γυναίκες και οι νέοι. Στοχεύει να εκφράσει πρακτικά τις επιθυμίες των ανθρώπων βλέποντας τη δημοκρατία σαν μέθοδο παρά σαν σκέτο σκοπό. Είναι δημοκρατία χωρίς το κράτος.
Ενώ προτείνει νέες δομές ώστε να εγκαθιδρυθεί ένα συνειδητό πολιτικό σύστημα, ο Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός αξιοποιεί τις προ χιλιετιών μορφές κοινωνικής οργάνωσης που υπήρχαν ακόμη στις κοινότητες του Κουρδιστάν. Αυτό το μοντέλο μπορεί να φαίνεται εξεζητημένο στη δική μας σύγχρονη φαντασία, αλλά στην πραγματικότητα συνηχεί περίφημα με τη δυνατή επιθυμία για χειραφέτηση μεταξύ διαφορετικών λαών στην περιοχή. Παρότι το σύστημα έχει εφαρμοστεί στο Βόρειο Κουρδιστάν (Bakur) για χρόνια, μέσα στα όρια της τουρκικής κρατικής καταστολής, ήταν τελικά στη Ροζάβα (Δυτικό Κουρδιστάν) που εμφανίστηκε μια ιστορική ευκαιρία και τέθηκε ο Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός σε πρακτική εφαρμογή.
Το σύστημα τοποθετεί τη δημοκρατική αυτονομία στην καρδιά του: οι άνθρωποι οργανώνουν τον εαυτό τους άμεσα στη μορφή των κοινοτήτων και δημιουργούν συμβούλια. Στη Ροζάβα, η διαδικασία διευκολύνεται από το Tev-Dem, το Κίνημα για τη Δημοκρατική Κοινωνία. Η κοινότητα αποτελείται από μια συνειδητά αυτοοργανωμένη γειτονιά και συνιστά το πιο βασικό και ριζοσπαστικό στοιχείο της δημοκρατικής πρακτικής. Έχει επιτροπές που δουλεύουν σε διαφορετικά θέματα όπως η ειρήνη και η δικαιοσύνη, η οικονομία, η ασφάλεια, η εκπαίδευση, οι γυναίκες, οι νέοι και οι κοινωνικές υπηρεσίες.
Οι κοινότητες στέλνουν εκλεγμένους αντιπροσώπους στα συμβούλια. Τα συμβούλια των χωριών στέλνουν αντιπροσώπους στις κωμοπόλεις, τα συμβούλια των κωμοπόλεων στέλνουν αντιπροσώπους στις πόλεις, και πάει λέγοντας. Κάθε κοινότητα είναι αυτόνομη, αλλά συνδέονται μεταξύ τους μέσω μιας ομοσπονδιακής δομής για το σκοπό του συντονισμού και τη διαφύλαξη των κοινών αρχών. Μόνο όταν δεν μπορούν να επιλυθούν τα θέματα στη βάση, ή όταν τα θέματα υπερβαίνουν το ενδιαφέρον των χαμηλότερων συμβουλίων, μόνο τότε μεταφέρονται στο επόμενο επίπεδο. Οι «υψηλότερες» περιπτώσεις εξηγούνται στα «χαμηλότερα» επίπεδα και γίνεται αναφορά για τις ενέργειες και τις αποφάσεις.
Ενώ οι κοινότητες είναι οι τόποι για την επίλυση προβλημάτων και την οργάνωση της καθημερινής ζωής, τα συμβούλια καταστρώνουν τα σχέδια δράσης και τις πολιτικές για τη συνεκτικότητα και το συντονισμό. Στην αρχή της επανάστασης και στις νεοαπελευθερωμένες περιοχές, τα συμβούλια ξεκινούσαν να λειτουργούν με συνελεύσεις και μόνο αργότερα αναπτύχθηκαν πιο αποκεντρωμένες οργανωτικές μορφές βάσης, στη μορφή των κοινοτήτων.
Οι κοινότητες δουλεύουν στην κατεύθυνση μιας «ηθικής –πολιτικής» κοινωνίας που αποτελείται από συνειδητοποιημένα άτομα που κατανοούν πώς να διευθετήσουν κοινωνικά θέματα και αναλαμβάνουν την καθημερινή αυτοδιοίκηση σαν μια κοινή ευθύνη, αντί να την αναθέτουν σε γραφειοκρατικές ελίτ. Όλο αυτό στηρίζεται στην εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή των ανθρώπων, σε αντίθεση με τον εξαναγκασμό και τους κανόνες της νομοθεσίας.
Είναι βεβαίως δύσκολο να αναπτύσσεται η συνείδηση της κοινωνίας βραχυπρόθεσμα, ειδικά όταν συνθήκες πολέμου, εμπάργκο, εσωτερικές νοοτροπίες και δεσποτικές δομές έχουν βαθιά εγκατασταθεί και μπορεί να οδηγήσουν σε καταχρήσεις εξουσίας και απολίτικες νοοτροπίες. Ένα εναλλακτικό εκπαιδευτικό σύστημα, οργανωμένο μέσω των ακαδημιών, στοχεύει στο να προωθήσει μία υγιή κοινωνική νοοτροπία, όπου η αυτοοργάνωση πρακτικά διαμορφώνει μία συνειδητή κοινωνία κινητοποιώντας την σε όλες τις πλευρές της ζωής.
Οι γυναίκες και οι νέοι οργανώνονται αυτόνομα και ενσωματώνουν την κοινωνική δυναμική που φυσιολογικά ρέπει προς περισσότερη δημοκρατία και λιγότερη ιεραρχία. Τοποθετούν τους εαυτούς τους στα αριστερά του μοντέλου της δημοκρατικής αυτονομίας και διαμορφώνουν νέες μορφές στην παραγωγή και αναπαραγωγή της γνώσης.
Σήμερα, το κουρδικό κίνημα μοιράζει ισοδύναμα την εξουσία μεταξύ μιας γυναίκας και ενός άντρα. Η ιδέα πίσω από την αρχή της συν-προεδρίας είναι και συμβολική και πρακτική – αποκεντρώνει την εξουσία και προωθεί τη συναίνεση ενώ παράλληλα συμβολίζει την αρμονία μεταξύ αντρών και γυναικών. Μόνο γυναίκες έχουν δικαίωμα να εκλέγουν τη γυναίκα συμπρόεδρο ενώ ο άντρας συμπρόεδρος εκλέγεται από όλους. Οι γυναίκες οργανώνουν τις δικές τους δυνατές, ιδεολογικά συνειδητές δομές στην κατεύθυνση μίας γυναικείας ομοσπονδίας, αρχής γενομένης με τις αυτόνομες γυναικείες κοινότητες.
Αρχή του Δημοκρατικού Έθνους
Στη Ροζάβα, Κούρδοι, Άραβες, Σύροι χριστιανοί, Αρμένιοι, Τουρκομάνοι και Τσετσένοι προσπαθούν να δημιουργήσουν μια νέα ζωή, μαζί. Στην ίδια λογική υπόκειται το εγχείρημα του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος ή του HPD περνώντας τα σύνορα με την Τουρκία. Το HDP ενώνει όλες τις κοινότητες της Μεσοποταμίας και της Ανατολίας κάτω από την ομπρέλα της «ελεύθερης συντροφικότητας» στο δημοκρατικό έθνος.
Έχει Κούρδους, Τούρκους, Αρμένιους, Άραβες, Μουσουλμάνους, Αλεβίτες, Χριστιανούς και Γιαζίντι – τη μεγαλύτερη ποικιλία από όλα τα κόμματα στο τουρκικό κοινοβούλιο. Αντίθετα με το μονοπωλιακό ιδεολογικό χαρακτήρα του έθνους –κράτους, η ιδέα του δημοκρατικού έθνους είναι ένας ιδεολογικός μηχανισμός αυτοάμυνας των διαφορετικών ανθρώπων.
Αν και πολλές διαφορετικές κοινότητες συμμετέχουν ενεργά στην επανάσταση της Ροζάβα, υπάρχουν και μακροχρόνιες δυσαρέσκειες. Ολόκληρες φυλετικές ομοσπονδίες των αράβων έχουν εκφράσει μονομερώς τη στήριξη τους για τη διοίκηση, αλλά σε κάποια μέρη οι άραβες παραμένουν καχύποπτοι. Έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτουν ότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, το κόμμα του Μπάαθ είχε υψηλά σχέδια να φέρει τις διαφορετικές κοινότητες σε αντιπαράθεση τη μία με την άλλη, κυρίως στο Cizire. Στις προϋπάρχουσες τάσεις, προστίθενται και εξωτερικές δυνάμεις που πυροδοτούν τις διαφωνίες μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων ικανοποιώντας τα δικά τους σχέδια. Η εγκαθίδρυση ενότητας μεταξύ των διαφορετικών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων στη Συρία, και γενικότερα στη Μέση Ανατολή, θα έκανε ακόμα πιο δύσκολο το να διασπούν και να κουμαντάρουν την περιοχή.
Ένας άραβας, μέλος της διοίκησης στη Ροζάβα μας εξήγησε γιατί το δημοκρατικό μοντέλο έχει τόσο μικρή στήριξη από τις πολιτικές ομάδες στην περιοχή και ευρύτερα:
Το σύστημα της δημοκρατικής αυτονομίας στα τρία καντόνια μας ταρακουνάει όλο τον κόσμο γιατί το καπιταλιστικό σύστημα δεν θέλει ελευθερία και δημοκρατία για τη Μέση Ανατολή, παρά τις διακηρύξεις του. Γι’ αυτό όλοι επιτίθενται στη Ροζάβα. Οι διαφορετικές μορφές κράτους για παράδειγμα της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας υπό τον Άσαντ και του Ισλαμικού Κράτους είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος αφού αρνούνται και καταστρέφουν το μωσαϊκό της περιοχής μας. Αλλά όλο και περισσότεροι Άραβες από την υπόλοιπη Συρία έρχονται στη Ροζάβα για να μάθουν για τη δημοκρατική αυτονομία επειδή βλέπουν εδώ και προοπτική ελευθερίας.
Ένα εναλλακτικό Οικονομικό και Πολιτικό Όραμα
Το αποτελεσματικό σύστημα της αυτοοργάνωσης, συνδυασμένο σε ένα βαθμό με το εμπάργκο, που κατέστησε αναγκαία την αυτενέργεια και συνεπώς πυροδότησε τη δημιουργικότητα, γλίτωσε τη Ροζάβα από την οικονομική διαφθορά που επιφέρει η εσωτερική καπιταλιστική νοοτροπία ή η εξωτερική εκμετάλλευση. Εν τούτοις, προκειμένου να υπερασπιστεί τις επαναστατικές αξίες στη διάρκεια ενός πολέμου, ένα βαθμονομημένο οικονομικό όραμα χρειάζεται για κοινωνικά δίκαιη, οικολογική, φεμινιστική οικονομία που να μπορεί να στηρίξει έναν ξεπεσμένο, τραυματισμένο και κακοποιημένο πληθυσμό.
Πώς να εμπλέξεις πλούσιους ανθρώπους, που δεν νοιάζονται για κοοπερατίβες και να μην κατηγορηθείς για απολυταρχισμό; Πώς να ρυθμίσεις αρχές χειραφέτησης και ελευθερίας στην επείγουσα κατάσταση του πολέμου και σε μια οικονομία επιβίωσης; Πώς να αποκεντρώσεις την οικονομία διασφαλίζοντας τη δικαιοσύνη και τη συνοχή της επανάστασης; Για τους ανθρώπους στη Ροζάβα, η απάντηση βρίσκεται στην εκπαίδευση.
«Τι σημαίνει για σας οικολογία;» ρώτησε μια γυναίκα στην Ακαδημία γυναικών του Rimelan τις συμμαθήτριες της, σε ένα δωμάτιο διακοσμημένο με φωτογραφίες γυναικών όπως η Σακλίν Κανσίζ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Μια μεγαλύτερη γυναίκα με παραδοσιακά τατού στα χέρια και στο πρόσωπο απάντησε: «Για μένα, το να είσαι μητέρα σημαίνει να είσαι οικολογικός. Να ζεις σε αρμονία με την κοινότητα και τη φύση. Οι μητέρες γνωρίζουν καλύτερα πώς να διατηρούν και να οργανώνουν αυτή την αρμονία.» Ίσως να είναι η οικολογική ερώτηση αυτή που σαφέστερα υποδηλώνει το δίλημμα της Ροζάβα να έχει σπουδαίες αρχές και προθέσεις και την επιθυμία της θυσίας, ενώ συχνά λείπουν οι συνθήκες για να υλοποιήσεις αυτές τις ιδέες. Για προφανείς λόγους, η επιβίωση έχει προτεραιότητα έναντι του περιβαλλοντισμού.
Για την ώρα, τουλάχιστον, είναι δυνατό να μιλάμε για ένα μεταβατικό σύστημα στο οποίο η δημοκρατική αυτοδιοίκηση της Ροζάβα θέτει επαναστατικές και οικολογικές αρχές, προσεκτικά ελισσόμενη μεταξύ πολέμου και ρεαλιστικής πολιτικής, ενώ τα κινήματα βάσης οργανώνουν τον κόσμο από τα κάτω. Σε επίπεδο καντονιού, ειδικά σε θέματα σχετικά με εξωτερική πολιτική, είναι σ’ ένα βαθμό αναπόφευκτες κεντρικές ή τουλάχιστον μη-επαναστατικές πρακτικές κυρίως επειδή η Ροζάβα είναι πολιτικά και οικονομικά μεταξύ σφύρας και άκμονος. Πάντως, είναι το σύστημα της δημοκρατικής αυτονομίας που εγείρεται από τη βάση αυτό στο οποίο οι άνθρωποι γενικά αναφέρονται όταν μιλάνε για την επανάσταση της Ροζάβα.
Η αποκεντρωμένη δυναμική της οργάνωσης από τη βάση, αξιοσημείωτη κυρίως στις κομούνες, χρησιμοποιείται σαν μια εσωτερική ευκαιρία στα καντόνια και διευκολύνει τον εκδημοκρατισμό τους, τα οποία καντόνια λόγω της πολύπλοκης πολιτικής γεωγραφίας τους – που περιορίζεται περαιτέρω από μη επαναστατικά κόμματα και ομάδες – μπορούν να τείνουν προς μία συγκέντρωση εξουσίας (μολονότι τα καντόνια, όπως είναι σήμερα, είναι ακόμη πολύ πιο αποκεντρωμένα και δημοκρατικά από τα συνήθη κράτη).Πολύ πιο σημαντικό από τους ακριβείς μηχανισμούς μέσω των οποίων εκφράζεται η λαϊκή επιθυμία, είναι το νόημα και η επίδραση της δημοκρατικής αυτονομίας στους ανθρώπους. Αν ήταν να περιγράψω τη «ριζική δημοκρατία» θα σκεφτόμουν κυρίως τους ανθρώπους της εργατικής τάξης, τις καμιά φορά αναλφάβητες γυναίκες στις γειτονιές που αποφάσισαν να οργανωθούν σε κοινότητες και τώρα αναγεννούν την πολιτική. Το γέλιο και τα παιχνίδια των παιδιών, το κακάρισμα των κοτόπουλων, πεταμένες πλαστικές καρέκλες συνθέτουν τη μελωδία για τη σκηνή όπου παίρνονται οι αποφάσεις για τις ώρες του ηλεκτρικού ρεύματος και τις φιλονικίες της γειτονιάς. Θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει επίσης ότι οι δομές λειτουργούν καλύτερα σε αγροτικές περιοχές και μικρές γειτονιές παρά σε μεγάλες και πολύπλοκες πόλεις, όπου χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε να εμπλακούν οι άνθρωποι. Εδώ, η εξουσία ανήκει στους ανθρώπους που ποτέ δεν είχαν τίποτα και που τώρα γράφουν τη δική τους ιστορία.
«Θες να δεις τα λαχανικά μας;» με ρώτησε η Qadifa, μια μεγαλύτερη γυναίκα Γιαζίντι σε ένα κέντρο της Yekîtiya Star, του γυναίκειου κινήματος. Φαίνεται να έχει ελάχιστο ενδιαφέρον να μας εξηγήσει το νέο σύστημα, αλλά επιμένει να μας δείξει αντ’ αυτού, τα φρούτα της. Συνεχίζουμε τη συζήτηση για τις μεταβολές στην καθημερινή ζωή στη Ροζάβα, όσο τρώμε τις νόστιμες ντομάτες ενός γυναικείου συνεταιρισμού σε μια αυλή. Η αυτοδιαχείριση στη Ροζάβα είναι κάτι που το ζεις εδώ και τώρα, στην καθημερινή πρακτική. Χιλιάδες γυναίκες όπως η Quafida, γυναίκες τελείως περιθωριοποιημένες προηγουμένως, αόρατες και χωρίς φωνή, τώρα αναλαμβάνουν ηγετικές θέσεις και διαμορφώνουν την κοινωνία. Σήμερα, τα πρωινά, μπορούν για πρώτη φορά να μαζεύουν τις ντομάτες τους, από τη γη που είχε εποικίσει το κράτος για δεκαετίες, ενώ τα απογεύματα μπορούν να δικάζουν στα λαϊκά δικαστήρια.
Πολλές οικογένειες έχουν αφιερωθεί πλήρως στην επανάσταση, κυρίως αυτές που έχουν χάσει αγαπημένα πρόσωπα. Πολλά οικογενειακά σπίτια αρχίζουν σιγά σιγά να λειτουργούν σαν σπίτια του λαού όπου συντονίζονται οι ανάγκες του πληθυσμού: οι άνθρωποι περπατάνε στα σπίτια ο ένας του άλλου με τα παιδιά τους για να κάνουν κριτική ή να συζητήσουν ή να προτείνουν ιδέες για το πώς θα βελτιώσουν τη νέα τους ζωή. Τα θέματα στο τραπέζι του βραδινού έχουν αλλάξει. Τα κοινωνικά ζητήματα γίνονται κυριολεκτικά κοινωνικά, αφού γίνονται ευθύνη του καθενός. Κάθε μέλος της κοινότητας γίνεται ηγέτης.
Η αργή μετάβαση της κοινωνικής λήψης αποφάσεων από τα καθορισμένα κτίρια στα πεδία της καθημερινής ζωής είναι αποτέλεσμα των προσπαθειών για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας με νέα ηθική – πολιτική. Για ανθρώπους από προηγμένες καπιταλιστικές χώρες αυτός ο άμεσος τρόπος να αναλαμβάνεις την ευθύνη για τη ζωή κάποιου μπορεί να τρομάζει λίγο, κυρίως όταν σημαντικά θέματα όπως η δικαιοσύνη, η εκπαίδευση και η ασφάλεια έχουν περάσει τώρα στα χέρια των ανθρώπων, αντί να παραδίδονται σε ανώνυμες κρατικές δομές.
Η αντιστασιακή κληρονομιά της Κομούνας
Ένα βράδυ κάθομαι στο Tell Mozan, κάποτε περιοχή των Urkesh, αρχαία πρωτεύουσα 6.000 χρόνων των Hurians. Κοντά είναι τα σύνορα μεταξύ Συρίας και Τουρκίας, που υπάρχουν λιγότερο από έναν αιώνα. Καθώς πίνουμε το τσάι μας με τη Meryem, μία διοικητή του Κομπανί, βλέπουμε φώτα στην πόλη του Madrin στο βόρειο Κουρδιστάν, στην άλλη πλευρά των συνόρων.
«Παλεύουμε εκ μέρους της κοινότητας, των καταπιεσμένων, των γυναικών, για τις σελίδες της ιστορίας που δεν έχουν ακόμα γραφτεί», λέει. Η Meryem είναι μία από τις γυναίκες που γνώρισε τον Οτσαλάν όταν ήταν νέα, όταν έφτασε στη Ροζάβα, τη δεκαετία του 1980. Όπως χιλιάδες γυναίκες, σε μια αναζήτηση δικαιοσύνης πέραν της δικής της ζωής, μια μέρα αποφάσισε να γίνει μαχήτρια της ελευθερίας στην περιοχή που την ίδια στιγμή είναι σπίτι για χιλιάδες εγκλήματα τιμής, και για χιλιάδες θεές που τις λατρεύουν σε όλα τα σχήματα και τα μεγέθη.
Στα ζιγκουράτ της Σουμερίας, τους πλίνθινους βαθμιδωτούς ναούς της αρχαίας Μεσοποταμίας, πολλοί ιεραρχικοί μηχανισμοί άρχισαν να διαμορφώνονται για πρώτη φορά: η πατριαρχία, το κράτος, η δουλεία, ο μόνιμος στρατός και η ιδιωτική ιδιοκτησία – η αρχή μιας επίσημης ταξικής κοινωνίας. Αυτή η εποχή επέφερε μία εκτεταμένη κοινωνική ρήξη που χαρακτηρίστηκε από την απώλεια του κοινωνικού στάτους των γυναικών και την ανατολή του κυρίαρχου άντρα, κυρίως του άντρα ιερέα, ο οποίος άρπαξε το μονοπώλιο της γνώσης. Αλλά εκεί επίσης δημιουργήθηκε το 2.300π.Χ. η πρώτη λέξη με το νόημα «ελευθερία», amargi, που σημαίνει «επιστροφή στη μητέρα».
Ο Οτσαλάν συνέλαβε την ιδέα των δύο πολιτισμών: ισχυρίστηκε ότι προς το τέλος της νεολιθικής Εποχής με την έγερση των ιεραρχικών δομών στην αρχαία Σουμερία υπήρξε ένας πολιτισμός βασισμένος στην ιεραρχία, τη βία, την υποταγή – ο mainstream ή ο «κυρίαρχος πολιτισμός», αλλά υπήρξε και το αντίθετο του, αυτό που λέμε «δημοκρατικός πολιτισμός» που εκπροσωπούσε τους ιστορικούς αγώνες των περιθωριοποιημένων, των καταπιεσμένων, των φτωχών και των αποκλεισμένων, κυρίως των γυναικών. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός είναι λοιπόν πολιτικό προϊόν αυτού του παλιού δημοκρατικού πολιτισμού.
Bijî komunên me! Vive la commune!
Dilar Dirik
Η Dilar Dirik είναι Κούρδισσα ακτιβίστρια και υποψήφια διδάκτωρ στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ. Η εργασία της εξετάζει το ρόλο του γυναικείου αγώνα στη διαμόρφωση και την οικοδόμηση της ελευθερίας στο Κουρδιστάν. Γράφει τακτικά για το κουρδικό κίνημα σε διάφορα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Μετάφραση: Γεωργία Κανελλοπούλου
Το πρωτότυπο βρίσκεται εδώ: https://roarmag.org/magazine/building-democracy-without-a-state/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου